Τρίτη 3 Απριλίου 2007

Tribute to Doncat

---





Μετά από δεκαπέντε μήνες λειτουργίας, το blog του Νίκου Δήμου, με τις διαδοχικές του ονομασίες και μεταμορφώσεις, "ανέστειλε τη λειτουργία του".

Στο διάστημα όμως αυτό πρόφτασε κι άνοιξε νέους, συναρπαστικούς δρόμους στο διαδίκτυο. Πιστεύω σε διεθνές επίπεδο.

Κι αυτό γιατί δεν νομίζω ότι είναι πολλές οι φορές που ένας, και μόνον, άνθρωπος, σκέφτηκε, οργάνωσε και σήκωσε στις πλάτες του το τιτάνειο εγχείρημα να ξεκινήσει ένα blog με αντικείμενο, ιδίως, πολιτικό και κοινωνικό προβληματισμό υψηλών απαιτήσεων, να το εμπλουτίζει, διαρκώς, με νέα κι εξαιρετικά ενδιαφέροντα θέματα, να επιτρέπει την ελεύθερη δημοσίευση σχολίων, να ανέχεται στωικά, κι όχι μια φορά, προσωπικές επιθέσεις, ύβρεις, λοιδορίες και κακόβουλες κατηγορίες από ανθρώπους καλά κρυμμένους πίσω από την τόσο βολική ανωνυμία, να συντονίζει, στα όρια της σωματικής εξάντλησης, τη συζήτηση, να διαλέγεται, κατά το δυνατόν, με τους σχολιαστές, να διανθίζει, τέλος, τα σοβαρά θέματα με λιγότερο απαιτητικά, φροντίζοντας, έτσι, για τις απαραίτητες διανοητικές ανάσες.

Κι όλα αυτά χωρίς άσκοπη επίδειξη γνώσεων κι ενοχλητικό namesdropping στα θέματα που καλά κατέχει, και με αληθινό ενδιαφέρον και περιέργεια για απόψεις, γνώμες και αντιλήψεις σε τομείς που ξεπερνούσαν την άμεση επιστημονική του επάρκεια και εποπτεία.

Κατάφερε, με τον τρόπο αυτό, ο Νίκος Δήμου, να δημιουργήσει, όσο περνούσε ο καιρός, ένα γοητευτικό ψηφιακό βιβλίο χιλιάδων σελίδων, με πολλούς συγγραφείς κι ακόμη περισσότερους αποδέκτες. Βιβλίο που εμπλουτιζόταν καθημερινά, όχι μόνο στα ανοικτά του κεφάλαια, αλλά και σ' εκείνα που κανείς θα πίστευε ότι είχαν κλείσει οριστικά. Και που, αν ο πολιτισμός και η τεχνολογική εξέλιξη δεν οπισθοχωρήσουν δραματικά, θα διαβάζεται πολύ μετά την εξάλειψη και του τελευταίου από μας.

Δεν ξέρω αν ο Νίκος Δήμου είχε προβλέψει, όταν ανέβαζε το πρώτο του post, σε τι πέλαγος έριχνε το καινούργιο του πλεούμενο, αυτό που ο ίδιος βάφτισε, ίσως γιατί είχε ανάγκη την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, με τον τρυφερό βαρβαρισμό "bloggόσπιτο". Αν είχε σαφή άποψη για το ταξίδι που θα ξεκινούσε. Κι αν χάραξε πορεία για κάποιο προορισμό, έστω και τις δυτικές Ινδίες, πέρα από την ίδια την περιπλάνηση. Ένα πάντως είναι σίγουρο, οι ναύτες δεν τον απασχολούσαν και τόσο, θα τους έβρισκε στον δρόμο, αν μάλιστα ήταν τυχερός μερικοί ίσως να 'ξεραν και τα στοιχειώδη, μαζί πάντως θα γλεντοκοπούσαν και θα 'πιναν το ρούμι της πνευματικής ηδονής ακόμη και τις μέρες της καταιγίδας.

Ό,τι όμως κι αν περνούσε απ' το μυαλό του, πιστεύω ότι δύσκολα μπορούσε να φανταστεί την ανταπόκριση του κόσμου. Την αγάπη, τον ενθουσιασμό, το κέφι και τη χαρά που έκαναν τόσους και τόσους φίλους, απ' όλο τον κόσμο, να ξενυχτούν, να παραμελούν τις δουλειές τους, να απομονώνονται από το περιβάλλον τους, να συμπεριφέρονται αυτιστικά, να θυσιάζουν πράγματα, αρκεί να βρίσκουν τον χρόνο να διαβάζουν, να παρακολουθούν, να σχολιάζουν, να παθιάζονται, να συμμετέχουν, να συνδιαμορφώνουν το ακαθόριστο. Τις πίκρες και τις στενοχώριες που τον περίμεναν, και που κάμποσες φορές τον οδήγησαν στην απόφαση να σταματήσει. Τα λάθη που, φυσιολογικά, έκανε στη δύσκολη αυτή πορεία. Κι ακόμη, τις πίκρες και τις στενοχώριες, κάποιες φορές κι απ' τη δική του συμπεριφορά, των αναγνωστών του, των συνεργατών του, των φίλων του.

Η μεγάλη επιτυχία δεν άργησε να έρθει. Κι έφερε μαζί της, αληθινός δούρειος ίππος, την αρχή του τέλους. Η κατάσταση ξέφυγε, το φως σκοτείνιασε, ο έλεγχος χάθηκε και δεν ξαναποκτήθηκε. Κι όσο κι αν ο Νίκος Δήμου πάλεψε και προσπάθησε, τα πράγματα αυτονομήθηκαν και ακολούθησαν τη δική τους πορεία. Προς την τελική σύγκρουση.

Και το blog έφτασε, φυσιολογικά, στο (ένα ακόμη;) τέλος του. Όχι γιατί απέτυχε. Αλλά γιατί, αντίθετα, πέτυχε. Και πολύ. Με αποτέλεσμα, έχοντας την ανοιχτή του μορφή αδιαπραγμάτευτο στοιχείο και condicio sine qua non της ύπαρξής του, να χάσει τον χαλαρό, παρεΐστικο και φιλικό του χαρακτήρα, να υπερφορτωθεί, να βαρύνει, να καταστεί ακατανίκητος πόλος έλξης, να προσελκύσει πολλά και περίεργα βλέμματα, να γίνει, το χειρότερο, από αυτοσκοπός εφαλτήριο.

Τύμπανα του πολέμου ήχησαν, λάβαρα ξεθάφτηκαν, πολεμικές ιαχές γέμισαν την ατμόσφαιρα, εχθροί εφευρέθηκαν, δίκες προθέσεων στήνονταν καθημερινά, τα αυτονόητα ανατράπηκαν, η Αμερική έπρεπε να ξαναανακαλυφθεί, οι αποδείξεις να ξαναδοθούν, η αλφαβήτα ξεκινούσε απ’ το ωμέγα, έργα ολόκληρης ζωής ποδοπατήθηκαν, πειρατές έκαναν ρεσάλτα κι έψαχναν για κρυμμένα λάφυρα, τυφλοί ζητούσαν να γίνουν οδηγοί.

Κι ανάμεσα στην ταραχή, η όμορφη, χαλαρή κι ευχάριστη ατμόσφαιρα μιας εικονικής, αλλά απόλυτα αληθινής και γι αυτό συγκινητικής παρέας άνοιξε την πίσω πόρτα κι έφυγε σιωπηλά. Ακριβώς στο σημείο που η συμμετοχή, ακόμη κι ως απλή ανάγνωση, έφτασε να δημιουργεί αντί για χαρά ένταση ανεξήγητη και σφίξιμο στο στομάχι. Με αποτέλεσμα να νιώθει κανείς ότι οποιαδήποτε στιγμή, ακόμη και στο πιο απλό θέμα, η καταιγίδα δεν θ' αργήσει να ξεσπάσει.

Η εμφάνιση του τοπικού Αγιατολάχ, συμβολικό σημείο συνάντησης της άφατης γελοιότητας με το απόλυτο κιτς, αποθέωση της πλήρους απουσίας χιούμορ και κορύφωση της ειρωνείας, αποτέλεσε το κερασάκι της τούρτας, χρυσή ευκαιρία για την απόφαση που από καιρό είχε παρθεί. Κι ο από μηχανής Θεός, αυτή τη φορά, δεν αφέθηκε να δραπετεύσει.

Δεν θα επεκταθώ, εδώ, στα αίτια αυτής της κατάστασης, δεν θα καταλογίσω ευθύνες, δεν θα προτείνω λύσεις, τόσο έντονη νιώθω τη ματαιότητα του εγχειρήματος. Κυρίως όμως γιατί για μένα, η αποτυχία αυτή, απολύτως αναμενόμενη, περικλείει μια μεγάλη επιτυχία: Την κατάδειξη, σε όρους και συνθήκες σχεδόν επιστημονικής απόδειξης, πάλι για πρώτη, νομίζω, φορά, των ορίων που ένα απόλυτα ελεύθερο, δημοκρατικά δομημένο και συνεχώς αναπτυσσόμενο blog αναγκαίως έχει. Και την κατάληξη που νομοτελειακά το περιμένει.

Δεν ξέρω τι θα κάνει ο Νίκος Δήμου στη συνέχεια. Προσωπικά πιστεύω ότι θα συνεχίσει.

Κι αυτό γιατί έχω την αίσθηση ότι το διαδίκτυο είναι η προσωπική του Κίρκη, κι ο ίδιος αιώνιος Οδυσσέας, που έχει όμως εγκαίρως φροντίσει, χωρίς ούτε ο ίδιος να το αντιληφθεί, ν' απαλλαγεί απ' τα δεσμά του.

Και, βέβαια, θα (ξανα)χαρεί και θα (ξανα)απογοητευτεί, είναι γνωστό άλλωστε ότι, ακόμη κι αν η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, έχει πάντως την κακή συνήθεια, σαν πρωτάρης εγκληματίας, να τριγυρνά στα ίδια μέρη.

Είτε γυρίσει πάντως είτε όχι, το μέλλον θα τον δικαιώσει. Όπως δικαιώνει κάθε πρωτοπόρο, όταν η απαραίτητη χρονική απόσταση, το ξεθώριασμα των ασήμαντων λεπτομερειών κι η λήθη των επί μέρους λαθών σβήνει τις ατέλειες του έργου του, απελευθερώνει το μεγαλείο του και του επιτρέπει, πια, να βρει τη σωστή του θέση ανάμεσα στα μεγάλα δημιουργήματα.

Από το πρώτο μου comment, πέρσι τον Απρίλιο, μέχρι και το τέλος του περασμένου μήνα, το blog του Νίκου Δήμου είναι υπεύθυνο για πολλά που μου συνέβησαν. Και κυρίως για όσα δεν συνέβησαν, αφού η μέρα εξακολουθεί, δυστυχώς, να έχει μόνο εικοσιτέσσερις ώρες. Δεν σας κρύβω ότι πολλές φορές στενοχωρήθηκα, απογοητεύτηκα, εξοργίστηκα, αποφάσισα να εξαφανιστώ, να ξαναβρώ τον χαμένο χρόνο, ν' αποδράσω από την οθόνη, να πάψω ακόμη και να το διαβάζω. Δεν το έκανα. Και δεν μετανιώνω γι αυτό. Ένα κομμάτι της ζωής μου, καλοί φίλοι που ποτέ δεν γνώρισα, υπέροχοι άνθρωποι που ένιωθα τόσο δικούς μου, ένα δεύτερο σπίτι μου βρίσκεται εκεί μέσα. Κι αυτό κανείς δεν μπορεί πια να μου το στερήσει.

Ευχαριστώ όλους όσους με κάνατε να νιώσω όμορφα, όλη την υπέροχη παρέα που γνωριστήκαμε, αφουγκραστήκαμε ο ένας τον άλλον, ταιριάξαμε λίγο ή πολύ και μαζί ξεφαντώσαμε στο bloggόσπιτο, είτε ξανασυναντηθούμε σε κάποιο δικτυακό τόπο είτε όχι. Ευχαριστώ, ιδίως, τον Νίκο Δήμου, που μου έδωσε την ευκαιρία να τον γνωρίσω καλύτερα, και μαζί του και σας.

Και, απ’ όλη τη σοφία που μπόρεσα να ψηλαφίσω στη βιβλιοθήκη μου, του αφιερώνω τις ακόλουθες σκέψεις, του Πιερ Πάολο Παζολίνι. Τις οποίες θεωρώ σπαρακτικά σωστές. Με την ακλόνητη πεποίθηση ότι, αν υπάρχουν κάποιοι, ελάχιστοι στον τόπο αυτό, που αξίζει να λέγονται διανοούμενοι, με την έννοια που ο Παζολίνι δίνει στον όρο αυτό, ο Νίκος Δήμου σίγουρα συγκαταλέγεται ανάμεσά τους:

"Ο μοναδικός έντιμος δρόμος για έναν διανοούμενο είναι να καταγγέλλει αυτό που τον βασανίζει, αυτό που τον κάνει να υποφέρει, χωρίς διπλωματίες, χωρίς τον φόβο ότι θα πάψει να είναι δημοφιλής. Σαν κάποιος που δεν έχει τίποτε να χάσει. Όταν ένας διανοούμενος το κάνει αυτό, είναι ήδη αρκετό".
---

ΥΓ1 Στο post αυτό, αδιαμόρφωτο παζλ σκέψεων κι απόψεων απόλυτα υποκειμενικών, και γι αυτό προκατειλημμένων, δεν θα ακολουθήσει, εντελώς εξαιρετικά, συζήτηση. Για πολλούς και ευνόητους λόγους. Ιδίως όμως γιατί πάντα πίστευα ότι συζητάμε για να φτάσουμε κάπου. Και στο αποψινό θέμα, τουλάχιστον για μένα, το ταξίδι έχει ήδη φτάσει στο τέρμα του.

ΥΓ2 Καλές γιορτές σε όλους μας!

ΥΓ3 Ο πίνακας είναι του Edvard Munch “Evening on Karl Johan” (1892).

Τρίτη 27 Μαρτίου 2007

Happy birthday sweet fifty and human rights

---





Στις 14.3.2007 ο Νίκος Δήμου, με αφορμή την πανευρωπαϊκή εβδομάδα κατά του ρατσισμού, που ως σύνθημα είχε "υπάρχει μόνο μία επικίνδυνη μειονότητα: οι ρατσιστές", ανέβασε ένα post με τίτλο "Μειονότητα;". Γράφτηκαν διάφορα, δημιουργήθηκε η συνηθισμένη ένταση, στον διάλογο πήρε μέρος κι ο Π. Δημητράς του Ελληνικού Παρατηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι, έγραψε τα δικά του, ενδιαφέροντα, όπως πάντα, και η συζήτηση ακολούθησε την αναμενόμενη, δυστυχώς, πορεία (η οποία κορυφώθηκε στο επόμενο post (18.3.2007) "Θεοδωράκης: Όπισθεν ολοταχώς!").

Στο post αυτό προσπάθησα, με δύο comments, να θέσω την παράμετρο της παράνομης μετανάστευσης στη Δύση, ιδίως μουσουλμανικών πληθυσμών, γεγονός που, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο κάθε προσπάθειας κατευνασμού των ρατσιστικών τάσεων. Και εγκυμονεί πλέον τεράστιο κίνδυνο για την πολιτισμική συνοχή και τον νομικό πολιτισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αναπτύσσω λίγο καλύτερα τη βασική μου θέση:

Τα τελευταία χρόνια, με ολοένα αυξανόμενο ρυθμό, η περίμετρος όσων χωρών έχουν ενταχθεί στο σύστημα Schengen (και η χώρα μας φυσικά) δέχεται τρομακτικές πιέσεις από πλήθη ανθρώπων τρίτων χωρών που προσπαθούν, με κάθε μέσο, να την διασχίσουν και να βρεθούν στον "παράδεισο". Οι άνθρωποι αυτοί, χονδρικά, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, τους οικονομικούς μετανάστες (η συντριπτική πλειοψηφία) και τους πρόσφυγες.

Η πίεση αυτή, όσα μέτρα κι αν λαμβάνονται, όλο και μεγαλώνει, με σημεία αιχμής τα πιο ευάλωτα μέρη. Μεταξύ των οποίων πρώτη θέση κατέχει η χώρα μας, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, των εκτεταμένων της συνόρων της και της δυσκολίας φύλαξής τους.

Αποτέλεσμα είναι η Δύση να κατακλύζεται από πάμφτωχους και εξαθλιωμένους ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους έχουν έτσι διαπλασθεί από τον θρησκευτικό και κοινωνικό
τους περίγυρο, ώστε το σοκ που αντιμετωπίζουν μόνο και μόνο αντικρύζοντας μια καθημερινή εικόνα από τη ζωή εδώ (άνθρωποι, διαφημίσεις, αγαθά, τηλεόραση κλπ) να είναι τρομακτικό.

Για όσους από αυτούς καταφέρνουν και παραμένουν στη νέα τους χώρα, η συνέχεια είναι όλο και λιγότερο ευοίωνη. Πρώτον γιατί οι δουλειές που τους προσφέρονται είναι οι πλέον κακοπληρωμένες, και τα εμπόδια, γλωσσικά και άλλα, που οι άνθρωποι αυτοί καλούνται να ξεπεράσουν προκειμένου να ενταχθούν στη νέα τους πατρίδα (αφού οι περισσότεροι δεν πρόκειται πλέον να επιστρέψουν), τεράστια.

Και δεύτερον γιατί το αξιακό και θρησκευτικό σύστημα που πρεσβεύουν τους ωθεί να ζουν στο περιθώριο των δυτικών κοινωνιών.

Η πρώτη γενιά, χωρίς τον απαραίτητο χρόνο για να αφομοιώσει, τουλάχιστον πέρα από ένα βαθμό, τα δεδομένα της νέας κοινωνίας, κι έχοντας ως πρωταρχικό στόχο την επιβίωση, είναι, φυσικά, η πιο άτυχη. Από κει και πέρα, για τις γενιές που ακολουθούν, τα πάντα εξαρτώνται από το αν ανήκουν σε θρήσκευμα και σε κοινωνικό περίγυρο που επιτρέπει ή έστω ανέχεται τους μικτούς γάμους.

Αν ναι, το πρόβλημα περιορίζεται με την πάροδο του χρόνου και τείνει να εξαλειφθεί στη συνέχεια. Αν, αντίθετα, οι μικτοί γάμοι απαγορεύονται, το πρόβλημα είναι τεράστιο. Γιατί τότε ούτε οι επόμενες γενιές ενσωματώνονται, αλλά σχηματίζουν μειοψηφικές νησίδες. Μειοψηφίες που, σε συνδυασμό με την οικονομική τους δυσπραγία, νιώθουν απειλούμενες, γεγονός που τις συσπειρώνει και τις αποξενώνει ακόμη περισσότερο από την κοινωνία, στους κόλπους της οποίας όμως έχουν επιλέξει να ζούνε.

Όσο όμως οι αυτόνομες αυτές νησίδες επεκτείνονται, τόσο ο κοινωνικός ιστός χαλαρώνει. Κι όσο ο ιστός αυτός χαλαρώνει, τόσο δημιουργούνται κι άλλες νησίδες, μεταξύ των οποίων και μερικές από τους πλέον εύπορους πολίτες της συγκεκριμένης χώρας υποδοχής. Οι οποίοι, πλέον, επιθυμώντας, για λόγους εύκολα αντιληπτούς, να ζήσουν μόνο με τους ομοίους τους, τείνουν να συγκεντρωθούν σε ακριβές περιοχές, απρόσιτες στους οικονομικούς μετανάστες και ελεγχόμενες, όσο το δυνατόν περισσότερο, από ιδιωτική αστυνομία και ηλεκτρονικά συστήματα παρακολούθησης.

Καμία όμως χώρα δεν μπορεί να αντέξει για καιρό, τουλάχιστον με την παραδοσιακή της μορφή, σε τέτοιου είδους πολυδιάσπαση. Κι αυτό γιατί τα σύγχρονα κράτη δεν αποτελούν παζλ διαφορετικών κομματιών που τυχαία ακουμπούν το ένα πάνω στο άλλο, αλλά οργανωμένα συστήματα ανθρώπων που επιθυμούν να ζουν μαζί, να διέπονται από κοινούς κανόνες σεβαστούς από όλους και να μην ανέχονται άλλες εξουσίες εκτός από εκείνες που προέρχονται από τους δημοκρατικά δομημένους θεσμούς τους.

Η σημασία των ανωτέρω για την αύξηση των φαινομένων ρατσισμού είναι προφανής και δεν χρειάζεται περισσότερη εξήγηση. Ρατσισμός που, όσο κι αν, δίκαια, καταδικάζεται, τόσο σε επίπεδο θεσμών όσο και σε ατομικό επίπεδο, δεν παύει να υπάρχει και να γιγαντώνεται.

Πέρα όμως από τον ρατσισμό και την αυτονόητη καταδίκη του, Θα 'θελα, εδώ, να επισημάνω μια πτυχή του φαινομένου αυτού που, φοβάμαι, δεν συζητείται αρκετά στα σχετικά fora. Κι αυτή είναι το τεράστιο διακύβευμα που η κατάσταση αυτή εγκυμονεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον νομικό πολιτισμό της Δύσης, όπως αυτός έχει διαπλασθεί μέσα από αιώνες εξέλιξης, και έχει απεικονισθεί στα βασικά νομοθετικά κείμενα των προηγμένων χωρών και τις συνακόλουθες αξίες. Αξίες που η καθιέρωση και η ισχύς τους είναι τόσο δεδομένη, ώστε να έχουν πλέον ενσωματωθεί στο βασικό DNA των πολιτών και να βιώνονται ως απόλυτα φυσιολογικές καταστάσεις, χωρίς καμία αίσθηση ετερόνομης ρύθμισης και υποχρεωτικής εφαρμογής.

Αξίες όμως οι οποίες, τα τελευταία χρόνια, βρίσκονται σε ευθεία σύγκρουση με ανταγωνιστικές αξίες και συμπεριφορές, που εισάγονται μαζί με τους μετανάστες και που στη Δύση, ακόμη κι αν κάποτε, στο μακρινό παρελθόν της, ίσχυσαν, δεν μπορούν πλέον να γίνουν ανεκτές.

Παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Και, μερικά, είναι συγκλονιστικά. Πριν από λίγο καιρό, στη Γαλλία ξέσπασε διαμάχη μεταξύ των γυναικολόγων που δέχονται να κάνουν παρθενορραφή σε νεαρές άγαμες μουσουλμάνες, για τον λόγο ότι επίκειται ο γάμος τους και η ανακάλυψη του "φοβερού" μυστικού θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή τους από την οικογένεια, και εκείνων που αρνούνται, με τη σκέψη ότι, έτσι, βοηθούν στη διαιώνιση της υποταγής της γυναίκας σ' ένα ανήθικο σύστημα αξιών.

Πριν πάρει κανείς θέση, ας σκεφτεί ότι, πλέον, σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν πολλοί διαπιστωμένοι φόνοι νεαρών μουσουλμάνων γυναικών από άρρενα μέλη των οικογενειών τους, πολλές φορές μάλιστα σε συνεργασία με συγγενείς γυναίκες, όπως τη μητέρα του θύματος.

Άπόλυτα συναφές και το θέμα της κλειτοριδεκτομής, πράξη που, σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε σύγχρονου κράτους, αποτελεί τουλάχιστον βαρειά σωματική βλάβη και διώκεται ποινικά.

Γνωστή επίσης είναι και η περίφημη διαμάχη της μαντήλας, που, μέχρι σήμερα, έχει προκαλέσει ένα τουλάχιστον νόμο (Γαλλία) και έχει απασχολήσει τα ανώτατα δικαστήρια δύο τουλάχιστον ευρωπαϊκών κρατών (Γαλλία και Γερμανία).

Να αναφέρω επίσης τις δίκες που γίνονται εναντίον όσων διάφορες ισλαμικές οργανώσεις θεωρούν ότι προσβάλλουν το Κοράνι. Πριν από λίγα χρόνια ο γνωστός γάλλος συγγραφέας Μισέλ Ουελλμπέκ οδηγήθηκε στο Δικαστήριο μετά από μήνυση μιας από τις οργανώσεις αυτές, γιατί στα βιβλία του και σε συνεντεύξεις είχε μιλήσει απαξιωτικά για τη θρησκεία αυτή. Ευτυχώς αθωώθηκε.

Ακόμη σοβαρότερη είναι η ιστορία των γελοιογραφιών του Μωάμεθ, η οποία ανέδειξε, κατά τον καλύτερο τρόπο, το ζήτημα της συγκρούσεως της ελευθερίας του λόγου με τις πεποιθήσεις και αντιλήψεις συγκεκριμένης ομάδας πολιτών. Μήνυση έγινε και κατά του Φιλίπ Βαλ, συντάκτη του γνωστού γαλλικού σατυρικού περιοδικού Charlie Hebdo. Αθωωτική απόφαση εκδόθηκε πριν από λίγες μέρες.

Και, βέβαια, να θυμίσω την παλιά υπόθεση με τον αγγλο-ινδό συγγραφέα Σαλμάν Ρουσντί, ο οποίος, για το βιβλίο του "Σατανικοί Στίχοι", αναγκάστηκε να κρύβεται για χρόνια, αφού ο Αγιατολλάχ Χομεϊνί είχε εκδόσει εναντίον του φετφά, με τον οποίο τον καταδίκαζε σε θάνατο.

Και να κλείσω τη θλιβερή αυτή παράθεση γεγονότων με τη δολοφονία στην Ολλανδία, το 2004, του σκηνοθέτη Τεό Βαν Γκογκ, για την ταινία του "Υποταγή", σχετική με τη θέση των γυναικών στο Ισλάμ.

Το πρόβλημα αυτό, το οποίο είναι σαφές ότι όλο και θα εντείνεται, αποτελεί, για την Ευρώπη, ζήτημα πολύ πιο περίπλοκο από το αντίστοιχο των Ηνωμένων Πολιτειών. Πρώτον γιατί στην Ευρώπη, από αιώνες, έχουν διαμορφωθεί εθνικά κράτη με
συμπαγείς πληθυσμούς, και δεύτερον γιατί οι ΗΠΑ, λόγω ακριβώς της αρχικής τους συγκρότησης από μετανάστες όλου του κόσμου, έχουν εξοικειωθεί με το φαινόμενο κι έχουν δημιουργήσει θεσμούς και μηχανισμούς, τόσο νομικούς όσο και κοινωνικούς, ενσωμάτωσης των ξένων, που πολύ δύσκολα μπορούν να αντιγραφούν.

Για τους λόγους αυτούς, οι πολιτικές, με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να αντιμετωπίσει τη διπλή πρόκληση, αφενός να σεβαστεί τις αξίες και πεποιθήσεις όχι μόνο των πολιτών της, αλλά και όσων διαμένουν, νόμιμα ή παράνομα στα εδάφη της, αφετέρου όμως να προασπίσει και τις δικές της θεμελιώδεις αρχές και αξίες, είναι εξαιρετικά δύσκολες τόσο στη σύλληψη, όσο και, ιδίως, στην εφαρμογή τους. Και η αποτελεσματικότητά τους, για την οποία καλούνται να εξεταστούν πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες (γήρανση ευρωπαϊκών πληθυσμών, οικονομική δυνατότητα, δυνατότητα ενσωμάτωσης μεταναστών, ανθρωπιστικές αρχές στη μεταχείριση των λαθρομεταναστών, σεβασμός στις αξίες τους, προάσπιση του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού κλπ) αποτελούν, για μένα, τη δυσκολότερη πρόκληση που η Ευρώπη αντιμετωπίζει.

Χθες η Ευρωπαϊκή Ένωση έκλεισε τα πενήντα της χρόνια. Στη σχετική πανηγυρική διακήρυξη (του Βερολίνου, όπως πλέον ονομάζεται), υπάρχει το ακόλουθο απόσπασμα: " Μαζί θα πολεμήσουμε την τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα και την παράνομη μετανάστευση, υπερασπιζόμενοι ταυτόχρονα την ελευθερία και τα δικαιώματα του πολίτη στον αγώνα εναντίον των πολεμίων τους. Στο ρατσισμό και την ξενοφοβία δεν πρέπει να ξαναδώσουμε ποτέ την ευκαιρία να ευδοκιμήσουν".

Μακάρι.

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2007

Τσαρλς Μπουκόφσκι, Να περιφέρεσαι στην τρέλα

---

εκτοπισμένος


[αφιερωμένο στη zoi20, που, άλλη μια φορά, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. κι από κοντά, σ' όποιο φίλο νιώθει έντονη την επιθυμία να χαράξει πορεία με κόντρα τον άνεμο]



καίγομαι στην κόλαση
αυτό το κομμάτι μου δεν ταιριάζει πουθενά
καθώς οι άλλοι βρίσκουν άλλα
μέρη να επισκεφτούν
άλλα να πουν
ο ένας στον άλλο,
για ν' αξιοποιήσουν
τον χρόνο τους

εγώ
καίγομαι στην κόλαση
κάπου βορείως του Μεξικού.
λουλούδια δεν φυτρώνουν εδώ.

δεν είμαι σαν τους άλλους'
οι άλλοι είναι σαν τους άλλους.

μοιάζουν όλοι: πλησιάζουν
ο ένας τον άλλο
συναθροίζονται
στριμώχνονται
είναι εύθυμοι
κι είναι συνάμα ευχαριστημένοι
ενώ εγώ
καίγομαι στην κόλαση.

η καρδιά μου είναι χιλίων ετών.

δεν είμαι σαν τους άλλους.

εγώ θα πέθαινα εκεί που κάνουν τα πικνίκ τους
θα πήγαινα από ασφυξία κάτω από τις σημαίες τους
τα τραγούδια τους με πλήττουν άγρια
οι στρατιώτες τους δεν με συμπαθούν
το χιούμορ τους με πληγώνει
το ενδιαφέρον τους είναι δολοφονικό.
δεν είμαι σαν τους άλλους
καίγομαι
στην κόλαση.

στην κόλαση
του εαυτού μου.

Τρίτη 13 Μαρτίου 2007

Πού να βάλουμε τους μπάτσους (pour les postes des flicks)

---






Εδώ και καιρό, στις μοναχικές βόλτες που κάνω στα πολλά κι όμορφα πάρκα της πόλης, πέφτω πάνω σ' ένα σύνθημα των αναρχικών που, πραγματικά, μ' έχει εντυπωσιάσει. Γιατί, ενώ κάτι μου λέει ότι το μήνυμα είναι σωστό, κι ότι κάτι πρέπει, επιτέλους, να γίνει με το θέμα, τόσο δεν πάει άλλο, όταν το ξανασκέφτομαι καταλήγω σε αδιέξοδο.

Έτσι, κι αφού πέρασα και ξαναπέρασα από το ίδιο σημείο κι άκρη δεν έβγαλα, αποφάσισα ν' ανεβάσω εδώ τη σχετική φωτογραφία, μπας και μαζί κάτι καταφέρουμε, είναι άλλωστε κι οι εποχές τέτοιες, που καθημερινά στον δρόμο μου έχω καταντήσει να συναντώ μόνο μπάτσους.

Όπως λοιπόν βλέπετε, η υψηλή αυτή έννοια που οι καλοί μας συμπολίτες με σήμα το Α θέλησαν να περάσουν στον λαό είναι «έξω οι μπάτσοι από τους δημόσιους χώρους».

Και το βασανιστικό, για μένα, ερώτημα, είναι: Σωστά, να φύγουν απ’ τους δημόσιους χώρους, και ποιος δεν θα το 'θελε, μπάτσοι σε δημόσιο χώρο δεν συναντώνται πλέον σε καμία προηγμένη χώρα, και γιατί η δική μας να μείνει πίσω, αλλά να πάνε πού; Αφού είναι προφανές ότι να τους διακτινίσουμε στο υπερπέραν, πράγμα που θα 'ταν μια ριζική πράγματι λύση - χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι συμφωνούμε - δεν μπορούμε (ακόμη).

Το πρώτο που μου 'ρθε στο μυαλό ήταν οι μπάτσοι να φύγουν απ' τους δημόσιους χώρους και να πάνε στους ιδιωτικούς. Η λύση αυτή, πράγματι, δεν έχει μεγάλο κόστος και χαρακτηρίζεται από πολιτισμό, ανθρωπιά, αλληλεγγύη και ανώτερη αίσθηση κοινωνικότητας, αρετές τόσο συνηθισμένες στον τόπο μας, κι αυτό από χιλιάδες χρόνια.

Φοβάμαι όμως, όσο το σκέφτομαι, ότι κανένας μας, ακόμη κι οι ίδιοι οι συντάκτες του συνθήματος αυτού, δεν θα ‘θελε να βλέπει μπάτσους μέσα στο σπίτι του, και μάλιστα επί 24ώρου βάσεως. Κι αυτό όχι μόνο γιατί τα σημερινά διαμερίσματα είναι μικρά και άβολα, αλλά και γιατί, πώς να το κάνουμε βρε αδερφέ, σου φτάνει που σηκώνεσαι το πρωί και βλέπεις, τέλος πάντων, αυτούς που βλέπεις μπροστά σου, να ‘χεις, επιπλέον, ν' αντικρύζεις, με τη τσίμπλα στο μάτι, και μπάτσο μέσα στο ίδιο σου το σπίτι, στον οποίο βέβαια θα πρέπει, κάθε μέρα, να φτιάχνεις καφέ, τοστ, πορτοκαλάδα, τηγανίτες, τοστ κι αυγά με μπέικον, να του ζεσταίνεις νερό, να 'χεις αγοράσει τα "αστυνομικά νέα", να του 'χεις φρέσκα και καθαρά ρούχα, να 'χεις λαδώσει και καθαρίσει το όπλο του, και γενικά να φροντίζεις, με όλες σου τις δυνάμεις, για τη σωστή και πατροπαράδοτη φιλοξενία του ένστολου αυτού συνανθρώπου σου, πολύ πάει, και πώς είναι δυνατόν να ζητήσουμε απ' τον λαό, που τόσα έχει τραβήξει τα χρόνια αυτά, να κάνει τέτοια θυσία, και μάλιστα με τη σημερινή οικονομική συγκυρία ...

Μια άλλη λύση θα ‘ταν να κλείνονται οι μπάτσοι στα αστυνομικά τμήματα και να μένουν εκεί, πίνοντας φραπέδες, καπουτσίνους και φραπουτσίνους, καπνίζοντας, χαρτοπαίζοντας και βλέποντας τηλεόραση, μέχρι τη λήξη του ωραρίου. Τμήματα στα οποία, με βάση ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, ούτε εμείς θα μπαίνουμε μέσα ούτε αυτοί θα βγαίνουν έξω. Και μετά, ήρεμα κι απλά, σε ομάδες μέχρι τρία άτομα και φορώντας οπωσδήποτε πολιτικά, να πηγαίνουν σπίτια τους, αποφεύγοντας κάθε κοινωνική πρόκληση, ειδικά αν τύχει και περάσουν από χώρους, στους οποίους ο κυρίαρχος λαός θα εκφράζει τα δίκαια αιτήματά του, με τους όμορφους, ζεστούς κι εφευρετικούς τρόπους και μεθόδους που αυτός, κάθε φορά, νομίζει.

Το σενάριο αυτό, το οποίο σας διαβεβαιώ, εν πολλοίς εφαρμόζεται εδώ και χρόνια στην πράξη, παρουσιάζει πάντως, κι αυτό, τα μειονεκτήματά του. Γιατί, αν αναλογιστείτε πόσες χιλιάδες μπάτσοι υπηρετούν και τι μέσο όρο ηλικίας έχουν, κι αν σ' αυτό προσθέσετε και τα λειτουργικά έξοδα των αστυνομικών τμημάτων, θα δείτε ότι η μικρή και πτωχή χώρα μας θα είναι υποχρεωμένη να πληρώνει, κάθε μήνα, ένα ιλιγγιώδες ποσό χρημάτων σε ανθρώπους που δεν θα παράγουν τίποτε, κι επομένως θα 'ναι βούτυρο στο ψωμί του δυσκοίλιου Αλμούνια και βάρος κι εμπόδιο στην προσπάθεια της χώρας να βγει, επιτέλους, από την κοινοτική επιτήρηση και να προσεγγίσει, αν όχι να ξεπεράσει, το βιοτικό επίπεδο των άλλων χωρών.

Τώρα, βέβαια, θα μου πείτε ότι κι αυτό ήδη γίνεται κι ότι, εδώ και πολλά χρόνια, δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας όλων των κομματικών πεποιθήσεων και παρατάξεων βρίσκονται γερά αγκυροβολημένοι σε διάφορα πόστα, με μοναδικό σκοπό τη διαιώνιση της παραμονής τους εκεί, μέχρι την έλευση της περιπόθητης σύνταξης.

Σωστά, συμφωνώ, το ξέρω και το ζω καθημερινά, γι αυτό και νομίζω ότι το να επαυξήσουμε το πρόβλημα αυτό δεν είναι λύση, και πάντως, είμαι σίγουρος, δεν είναι μέσα στις προθέσεις των αναρχικών που έγραψαν το σύνθημα, για το οποίο συζητάμε κι οι οποίοι, βέβαια, το τελευταίο που θα επιθυμούσαν είναι να δουν τα δημόσια οικονομικά να παρουσιάζουν πρόβλημα εξαιτίας της ιδέας τους αυτής.

Για τους ίδιους λόγους αποκλείω και την περίπτωση οι μπάτσοι να αποσπαστούν σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Γιατί κι αυτές είναι τόσο γεμάτες, που, μόνο και μόνο αν υπολογίσουμε πόσα νέα γραφεία, καρέκλες, τηλέφωνα, γραφική ύλη, φραπεδιέρες, ξαπλώστρες, τασάκια, φοριαμοί, υπολογιστές, ντουλάπες, χαρτί τουαλέτας, σαπούνι και λοιπά αναλώσιμα θα χρειαστούν, πάλι το κόστος εξακοντίζεται στα ύψη.

Και, βέβαια, ούτε να συζητήσω δεν θέλω την περίπτωση πρόωρης συνταξιοδότησης τόσων χιλιάδων ανθρώπων, γεγονός που, μεταξύ άλλων, θα βυθίσει τους πλέον ευαίσθητους απ' αυτούς σε κατάθλιψη, γιατί, όπως και να το κάνουμε, άλλο το να κάθεσαι και να μη κάνεις τίποτε εργαζόμενος, πράγμα που σε γεμίζει με αίσθηση πληρότητας, αρμονίας με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο κι ευδαιμονίας, κι άλλο το να κάθεσαι και να μη κάνεις τίποτε, νέος άνθρωπος και στην ακμή της παραγωγικής σου ηλικίας, όντας συνταξιούχος.

Σταματώ εδώ, άκρη δεν βρίσκω. Το σύνθημα, παρ' όλ' αυτά, μου αρέσει, μιλάει μέσα μου, κλείνει το μάτι στην ψυχούλα μου, κι επομένως κάποτε, πού θα πάει, ίσως καταφέρω να το αποκρυπτογραφήσω. Ελπίζω μόνον αυτό να γίνει σύντομα, το Σύνταγμα είναι υπό αναθεώρηση και, όποια λύση κι αν διαλέξουμε, ευκαιρία είναι να τη χώσουμε μέσα στο τόσο ευρύχωρο, ευγενικό και βολικό αυτό κείμενο, κι άλλωστε δεν νομίζω να πιστεύει κανείς σας ότι, τόσες και τόσες άλλες διατάξεις που κατά καιρούς οι κυβερνήσεις μας έχουν βάλει εκεί μέσα, και, το χειρότερο, σκοπεύουν ακόμη να βάλουν, είναι πιο χρήσιμες.

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2007

υγιεινή διατροφή

---





Μπήκε μπροστά μου στην πλατεία Συντάγματος και μου 'κλεισε το δρόμο

έχετε ένα λεπτό; ρώτησε

όχι, απάντησα, με συγχωρείτε, βιάζομαι

έχετε ακούσει για το becel proactiv

ρώτησε χαμογελώντας
(προφανώς η δουλειά μου δεν την ενδιέφερε και τόσο)

πέστε μου, αναστέναξα
(είχα χάσει και το 'ξερα)

μου εξήγησε τα πάντα για τη χοληστερίνη, μου 'δωσε φυλλάδια
και δυο μικρά θαυματουργά γιαούρτια, ένα μπλε κι ένα πράσινο
και μ' άφησε να φύγω

δεν μου πήρε πολλή ώρα να σκεφτώ πως είχε δίκαιο

λίγα ραντεβού είναι τόσο σημαντικά
που να μη μπορούν να περιμένουν πέντε λεπτά
αν είναι να καθαρίσει κανείς τις αρτηρίες του
και να ζήσει πολλά πολλά χρόνια

ειδικά όταν η σωτηρία σού προσφέρεται ένα ηλιόλουστο μεσημέρι
(ενώ είσαι βυθισμένος στις σκέψεις σου και τις ασήμαντες ασχολίες σου)
από δυο γαλάζια μάτια, ένα λυγερό κορμάκι κι ένα αστραφτερό χαμόγελο.

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2007

Acknowledgements (αν δεν παινέψεις το σπίτι σου κλπ)

---





1. Στις 22.1.2007 δημοσίευσα, τρίτο σε μια σειρά άρθρων για το άρθρο 16 του Συντάγματος, το post "Aux armes citoyens! (La Commission attaque)".

Σ' αυτό επισήμανα την ενδεχόμενη (σίγουρη για μένα) καταδίκη της χώρας μας από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για μη συμμόρφωση προς την οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου "σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών".

Στη συνέχεια ανέλυσα το θέμα των Κέντρων Ελεύθερων Σπουδών (ΚΕΣ) που έχει θεριέψει στη χώρα και την, μέσω αυτών, "λειτουργία" ξένων ΑΕΙ στην Ελλάδα. Εξήγησα ότι πρόκειται για ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι, με βάση «συμφωνίες δικαιόχρησης» (franchising) που συνάπτουν με διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού (και ιδίως κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης) αναλαμβάνουν να παρέχουν στον τόπο μας κάποια έτη σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης στους σπουδαστές τους. Οι οποίοι, στη συνέχεια, ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στη χώρα του ιδρύματος – μαμάς, που, βέβαια, αναγνωρίζει τα έτη σπουδών που αυτοί έχουν διανύσει στη χώρα μας, κι αποκτούν το σχετικό πτυχίο".

Διατύπωσα την άποψη ότι "εφόσον τα κέντρα αυτά παρέχουν εκπαίδευση, και εφόσον τόσος και τόσος κοσμάκης καλώς ή κακώς τα εμπιστεύτηκε και τα εμπιστεύεται, και standards έπρεπε να έχουν τεθεί και σοβαρή κρατική εποπτεία έπρεπε να υπάρχει. Όχι για να τα απαγορεύσει ή να τα περιορίσει, αλλά για να προστατεύσει, αν μη τι άλλο, τους σπουδαστές τους. Και, κατ’ επέκταση, τη συνολική παροχή παιδείας στον τόπο μας".

Και, τέλος, τόνισα ότι "Ακόμη όμως κι αν το άρθρο 16 τροποποιηθεί και επιτραπούν ιδιωτικά ΑΕΙ, δεν νομίζω ότι κανένα σοβαρό ίδρυμα θα έρθει εδώ να επενδύσει εκατομμύρια ευρώ, σε ένα εγχείρημα αβέβαιης και πάντως μακροχρόνιας απόδοσης. Και γιατί να το κάνει, αφού με απείρως λιγότερα χρήματα μπορεί να συνεργαστεί με εγχώρια «κολέγια», τα οποία, βεβαίως, εύκολα μπορεί να αναβαθμιστούν, και να φτάσει στο ίδιο αποτέλεσμα". ... Κι αν μας στριμώξει η Ευρωπαϊκή Ένωση, ε, δεν το ‘χουμε και πολύ να καταργήσουμε το άρθρο 28 και να αποχωρήσουμε από το εοκικό συνδικάτο ...".

Στο "Βήμα της Κυριακής" της 25.2.2007 ο Νίκος Μουζέλης, ομότιμος καθηγητής της Κοινωνιολογίας στη London School of Economics κι από τους πιο σοβαρούς και μετριοπαθείς πανεπιστημιακούς και αναλυτές της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, δημοσίευσε άρθρο με τίτλο "Οι αλλαγές στα ΑΕΙ, Ο διάλογος στο περιθώριο", στο οποίο, μεταξύ άλλων πολύ σοβαρών, αναφέρει τα εξής: "Η διαμάχη για τα μη κρατικά πανεπιστήμια έχει έναν καθαρά τελετουργικό χαρακτήρα. Το ουσιαστικό πρόβλημα που έπρεπε λογικά να τεθεί προτού γίνει η συζήτηση για το άρθρο 16 είναι το εξής: Εχει τη δυνατότητα το ελληνικό κράτος να μην αναγνωρίσει διπλώματα ευρωπαϊκών πανεπιστημίων που αποκτήθηκαν μέσω της οδού των ΚΕΣ; Απάντηση: Εκτός και αν αποχωρήσουμε από την ΕΕ, το ελληνικό κράτος είναι υποχρεωμένο να αναγνωρίσει τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από τέτοιου είδους διπλώματα. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, το ουσιαστικό πρόβλημα δεν είναι η μη αναγνώριση των ΚΕΣ αλλά η δημιουργία ενός αυστηρού ρυθμιστικού πλαισίου ούτως ώστε αυτά να πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις λειτουργίας. Οσο η έμφαση δίνεται στον φορμαλιστικό, δονκιχωτικό στόχο της μη αναγνώρισης, ο πολύ πιο ουσιαστικός στόχος της ρύθμισης αγνοείται - και τα ΚΕΣ θα εξακολουθούν να λειτουργούν με τον άναρχο και απαράδεκτο τρόπο που λειτουργούν σήμερα."

Χαίρομαι που ο Ν. Μουζέλης αποδεικνύεται τακτικός αναγνώστης του ταπεινού αυτού blog. Κι ακόμη περισσότερο που υιοθετεί, λέξη προς λέξη (έστω κι αν τις παρουσιάζει για δικές του), τις διαπιστώσεις μας, και ιδίως εκείνη που προτείνει την καθιέρωση, ακόμη και τώρα, αυστηρών standards για τα ΚΕΣ. Κι είναι, τέλος, ευτύχημα που οι απόψεις αυτές βρήκαν, επιτέλους, διέξοδο προς το ευρύ κοινό μέσω μιας εφημερίδας με μεγάλο αναγνωστικό κοινό, όπως "Το Βήμα της Κυριακής".

Λυπάμαι μόνο που οι υπεύθυνοι κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Όπως και σε τόσα άλλα θέματα που αφορούν τον τόπο. Γιατί, όταν έρθει ο λογαριασμός, αυτοί μεν σε κάποιους άλλους θα τον φορτώσουν, η ζημιά όμως θα έχει γίνει, και θα 'ναι μεγάλη.

2. Μια βδομάδα μετά (29.1.2007), στα comments που ακολούθησαν το post "CIA και φτηνό βιβλίο", βοηθούσης και της καλής φίλης και cinephile neutrino , έπλεξα το εγκώμιο της ταινίας "Η ζωή των άλλων". Την οποία και χαρακτήρισα ως την ωραιότερη ταινία που έχω δει τα τελευταία χρόνια. Με τη διαπίστωση αυτή συμφώνησαν πολλοί φίλοι. Κι όλοι μαζί εκφράσαμε την απορία για την άθλια κριτική του Δανίκα που είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα "Τα ΝΕΑ" για την ταινία αυτή.

Δεν πέρασαν λίγες μέρες (3.2.2007) κι ο Δανίκας, στον "Ταχυδρόμο" του Σαββάτου, έχοντας, προφανώς, διαβάσει το post αυτό και τα σχόλια όλων μας, αλλάζει πορεία 180 μοιρών, και, συντετριμμένος, γράφει ένα όντως θαρραλέο άρθρο, ζητώντας συγγνώμη για την κακή κριτική του.

Και, βέβαια, την Κυριακή το βράδυ, η Ακαδημία του Χόλλυγουντ, αποτελούμενη από 6.500 νοματαίους (οι οποίοι, όπως περίτρανα αποδείχθηκε, παρά τον φόρτο εργασίας τους, μας διαβάζουν ανελλιπώς), ανατρέποντας τα προγνωστικά, ψηφίζει την ταινία αυτή ως την καλύτερη ξενόγλωσση και της απονέμει το σχετικό Όσκαρ.
---

ΥΓ. Όχι, μη φοβάστε, une fois n'est pas coutume, μετά την προσωρινή αυτή ανάπαυλα το blog επανέρχεται στο, γνωστό σε όλους, σεμνό και μετριοπαθές του ύφος.

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2007

Περί πυραμίδων και προσωπικών αποκαλύψεων (κάλλιο έξι παρά πέντε)

---





Ο φίλος philos στο post "Blog pyramid!" είναι που ξεκίνησε, τουλάχιστον όσο με αφορά, τον εφιάλτη αυτό. Μια μέρα σαν όλες τις άλλες, out of the blue, έτυχε κι ο διάολος να μην έχει δουλειά, μάλλον συνεργάστηκαν και το κόλπο με τις πυραμίδες στήθηκε στο πι και φι. Κι έτσι, αφού ο philos μας "αποκάλυψε" πέντε πράγματα που (υποτίθεται πως) τον εκφράζουν, πρότεινε πέντε bloggers και τους παρέδωσε τη σκυτάλη.

Όταν ξεκίνησα να διαβάζω το σχετικό post, είχα μια αγωνία μήπως και με προτείνει. Γιατί, πώς ν' αρνηθείς χάρη στον ευγενικό αυτόν άνθρωπο, τον διαβάζω όποτε μπορώ και σας διαβεβαιώνω πως γράφει τόσο γλυκά που, κι αίμα να μου ζητούσε, θα του 'δινα όσα λίτρα θέλει (μια κουβέντα είπαμε philos, εντάξει;). Ευτυχώς δεν το 'κανε. Κι όταν βεβαιώθηκα πως είχε την ευγενική καλοσύνη να μη με συμπεριλάβει στα πέντε θύματά του, πήγα ανακουφισμένος για ύπνο.

Δυστυχώς όμως, όταν η μοίρα έχει αποφασίσει να μας ταλαιπωρήσει, το ραντεβού δεν το γλυτώνουμε, ό,τι κι αν κάνουμε. Κι έτσι η eleni63 πήρε τη σκυτάλη, στο post "4-5 πράγματα που ξέρω γι αυτήν". Που άκαρδη, ως γυναίκα, και μάλιστα δικηγόρος (συδυασμός που σκοτώνει, όπως πολλοί από σας ξέρετε), με κάρφωσε στον σταυρό των πέντε θυμάτων της.

Στην αρχή δίσταζα να ανταποκριθώ. Μετά όμως από σκέψη (και μιας που χθες άρχισε κι η Σαρακοστή και μας μένουν τριανταεννιά μέρες για να εξαγνιστούμε), αποφάσισα να σας γράψω πέντε λόγια για μένα, γνωρίζοντας, όπως άλλωστε κι εσείς, ότι une fois n'est pas coutume.

1. Μένω μόνος μου. Από επιλογή. Κι αφού για χρόνια έχω ζήσει και διαφορετικά.

Δεν μετανιώνω όμως. Ούτε για τις παλιές συμβιώσεις, ούτε για την τωρινή μου κατάσταση. Πρώτον γιατί πιστεύω πως δεν έχει κανένα νόημα να μετανιώνουμε εκ των υστέρων, αφού κάνουμε κάτι. Αν μπορούσαμε να μετανιώναμε πριν, ίσως να 'χε κάποιο νόημα, πολλά θα μπορούσαμε να 'χαμε γλυτώσει, και μεις κι οι άλλοι. Όχι όμως μετά, δημιουργεί άσκοπη στενοχώρια κι είναι και αντιπαραγωγικό, αφού ό,τι ήταν να γίνει έχει ήδη γίνει.

Και δεύτερον, γιατί η κοινή ζωή είναι σαν το στρατιωτικό. Πρέπει κανείς να το 'χει κάνει στη ζωή του, κι όσο νωρίτερα τόσο καλύτερα. Αλλιώς, κάτι θα του λείπει, κι η έλλειψη αυτή ίσως τον βασανίζει για πάντα.

2. Αγαπώ τις πολλαπλές ζωές. Γι αυτό και μου αρέσουν τόσο τα μυθιστορήματα, τα διηγήματα, οι ιστορίες, καθώς κι όσοι ξέρουν πώς να διηγούνται. Έστω και την πιο ήρεμη μέρα τους. Πέστε μου πώς περάσατε ένα πρωινό στο γραφείο, κι εγώ κάτι θα πάρω, και μ' αυτό θα κάνω ένα μικρό ή μεγάλο ταξίδι, εσείς απλά δώστε μου την πρώτη ύλη και μετά είστε ελεύθεροι.

Περιττό βέβαια να σας πω πως, με τέτοιες απόψεις, δεν γίνεται παρά να θαυμάζω τον Πεσσόα. Με τους εβδομήντα τόσους "ετερώνυμους" που πρόφτασε κι έπλασε στο μικρό διάστημα που καταδέχτηκε να ζήσει στον φιλόξενο αυτό πλανήτη και σ' εκείνη την περίεργη και μελαγχολική χώρα που λέγεται Πορτογαλία.

3. Μου αρέσουν οι άνθρωποι με χιούμορ. Όπως τουλάχιστον εγώ το εννοώ. Απόλυτα, δηλαδή, συνυφασμένο με ευαισθησία, γλυκό κυνισμό, διαρκή αμφισβήτηση και ανασκευή, πρώτ' απ' όλα, του ίδιου τους του εαυτού. Άνθρωποι που δεν νιώθουν ανασφαλείς, όχι γιατί δεν ξέρουν τα ελαττώματα και τις ελλείψεις τους, αλλά γιατί έχουν τη σοφία να γνωρίζουν πως αυτό είναι το υλικό από το οποίο όλοι είμαστε πλασμένοι. Που δεν ξεχνούν πως, δυστυχώς, όλα σε λίγο τελειώνουν, κι ίσως όχι τόσο όμορφα. Κι αυτό, αντί να τους κάνει επιθετικούς κι ανθρωποφάγους, τους βοηθά, αντίθετα, να είναι επιεικείς με τον άλλο, ακόμη κι όταν αυτός, βυθισμένος στην ηλίθια έπαρση της ανίκητης βλακείας του, φαντασιώνει πως είναι αθάνατος και προβάλλει τις ασημαντότητες της καθημερινότητάς του ως επικά κατορθώματα. Άνθρωποι που πιστεύουν, τέλος, πως η ύστατη στιγμή είναι καλύτερα να έρθει μέσα σε γέλιο παρά σε κλάμα.

4. Θα 'θελα να ζούσα, κάποτε, μια σχέση όπως περίπου τη φαντάζομαι, έστω κι αν είναι να κρατήσει ελάχιστα. Έξω από τον τόπο και τον χρόνο, σε μια κάψουλα άχρονης φαντασίωσης. Χωρίς ζήλιες, δεσμεύσεις, εγωισμούς, απαιτήσεις, φουσκωμένα εγώ, πληγές του παρελθόντος, κριτική, προσδοκίες και ματαιωμένα όνειρα, και, ιδίως, χωρίς αίσθηση ιδιοκτησίας πάνω στον άλλο. Σχέση που να ζει στο παρόν και που να μη χρειάζεσαι ούτε το όνομα του άλλου να ξέρεις. Απλά και μόνο να τον χαίρεσαι όσο τον έχεις, κι όσο λείπει να γλυκαίνεσαι με τη σκέψη του και την προσμονή του, χωρίς να βασανίζεσαι και να υποφέρεις. Και, την ώρα που σου χαρίζει να τη δέχεσαι ως δώρο, κι ως τέτοιο να την ανταποδίδεις.

[όποια ενδιαφέρεται ας στείλει βιογραφικό, θα τηρηθεί αυστηρή σειρά προτεραιότητας, το οικονομικό δευτερεύον, δεκτές και από επαρχία, εχεμύθεια εξασφαλισμένη].

5. Αντιπαθώ να μιλάω για τον εαυτό μου, να περιγράφω τα βάσανά μου, τις επιδιώξεις μου, τη ζωή μου, τις άπειρες αποτυχίες μου, τις αλλεπάλληλες νέες αρχές που μόνιμα καταλήγουν σε φιάσκο (ήδη οι "αποφάσεις" μου του 2007 πήραν κι άλλη μια - τελευταία - αναβολή για τη νέα χρονιά) και τις καθημερινές μου ασχολίες. Τουλάχιστον άμεσα. Προτιμώ, κι όσο συνεχίζω εδώ την παρουσία μου, να φωτογραφίζομαι μέσα από τα κείμενα που επιλέγω, τα σχόλια που κάνω και τις απόψεις που εκφράζω. Γι αυτό και σταματώ τις προσωπικές εκμυστηρεύσεις, ελπίζοντας, αληθινά, να έχω περάσει το τεστ που μου φορτώθηκε χωρίς να έχω αποκαλύψει τίποτε ουσιαστικό.

[δέχομαι όμως κάθε είδους ερωτήσεις, ακόμη και τις πιο αδιάκριτες. Μιας που πιστεύω πως δεν υπάρχουν αδιάκριτες ερωτήσεις, μόνον αδιάκριτες απαντήσεις- κι επομένως μην περιμένετε πολλά].

6. (bonus track, philos αυτό δεν το είχες σκεφτεί). Tέλος, καθώς δεν είναι σωστό να απαιτώ από άλλους πράγματα που με δυσκολία δέχομαι ο ίδιος να κάνω, δεν θα συστήσω άλλους bloggers για να συνεχίσουν το παιχνίδι των αποκαλύψεων. Κι αν αυτό αποτελέσει το τέλος της πυραμίδας (αν και, απ' ότι βλέπω γύρω, το κακό διαδίδεται σαν την πανούκλα τον μεσαίωνα), δεν πειράζει και τόσο. Αφήστε που, καμιά φορά, αν δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε κάτι, είναι παρηγοριά να μπορούμε να το τελειώσουμε. Αν πάντως κάποιος φίλος, διαβάζοντας το post αυτό, προσφερθεί, οικειοθελώς, να συνεχίσει, θα χαρώ να τον παρακολουθήσω, είναι σαν να τον έχω συστήσει.

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2007

Γούντυ Άλεν, η βιογραφία μιας ιδιοφυίας (Eric Lax, 1991)

---

1. ... "Γιατί να μη διαλέγουμε μια αισθησιακή ζωή αντί για μια ζωή εξαντλητικής εργασίας;" είπε μια μέρα ο Γούντυ. "Όταν βρίσκεσαι μπροστά στην πύλη του παραδείσου, ο τύπος ο οποίος έχει περάσει όλη του τη ζωή κυνηγώντας και πιάνοντας γυναίκες κι έχει περάσει μια τρυφηλή ζωή, μπαίνει μέσα και μπαίνεις μέσα κι εσύ. Ο μοναδικός λόγος που μπορώ να σκεφτώ για να μην το κάνεις αυτό, είναι μια άλλη μορφή άρνησης του θανάτου. Ξεγελάς τον εαυτό σου ότι υπάρχει κάποια αιτία για ν' ακολουθήσεις μια ζωή με σημασία, μια παραγωγική ζωή εργασίας κι αγώνα και τελειοποίησης του επαγγέλματός σου ή της τέχνης σου. Αλλά η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσες να περνάς τη ζωή σου ενδίδοντας στις επιθυμίες σου - με την προϋπόθεση ότι έχεις την οικονομική άνεση για να το κάνεις - γιατί και οι δυο θα καταλήξετε στο ίδιο μέρος". ...


2. ... Η σχέση τους (σημ. του Γούντυ και της Μίας Φάροου), η οποία έχει διαρκέσει έντεκα χρόνια χωρίς να διαφαίνεται τέλος στον ορίζοντα, είναι η πιο μακρόχρονη που είχαν και οι δυο. Με συμβατικά κριτήρια, δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί μια συμβατική σχέση. Αλλά πάλι, κανένας τους δεν είναι συμβατικός άνθρωπος. Δεν έχουν παντρευτεί κι ούτε ζουν μαζί - τα διαμερίσματά τους είναι απέναντι το ένα από το άλλο, με το Σέντραλ Παρκ ανάμεσά τους. (Το διαμέρισμά της, το οποίο εκτός από εννέα παιδιά και μια νταντά που έρχεται κατά τη διάρκεια της μέρας φιλοξενεί και ένα πλήθος ζώων ...) Λίγα παντρεμένα ζευγάρια μοιάζουν πιο παντρεμένα πάντως. Η Μία και ο Γούντυ βρίσκονται σε σχεδόν συνεχή επικοινωνία και αναδίνουν κάτι που μόνο "γλύκα" μπορεί να το αποκαλέσει κανείς. Στα ελάχιστα πάρτι που πηγαίνουν κάθονται συνήθως ντροπαλά σε κάποια γωνία, κρατημένοι χεράκι χεράκι. Και δεν είναι πολλοί οι πατεράδες που αφιερώνουν τόσο πολύ χρόνο στα παιδιά τους όσο αφιερώνει ο Γούντυ: Βρίσκεται δίπλα τους πριν αυτά σηκωθούν το πρωί, τα βλέπει κατά τη διάρκεια της μέρας και το βράδυ τα βάζει στο κρεβάτι. Καθώς και οι δυο έχουν παντρευτεί και χωρίσει από δυο φορές, η εμπειρία τούς έχει διδάξει ότι η νομιμοποίηση μιας σχέσης δεν την κάνει απαραίτητα να διαρκεί και στη Μία αρέσει ν' αναφέρει μαι κουβέντα που έχει ειπωθεί για τον πολύγαμο Άλαν Τζέι Λέρνερ: "Ο γάμος αποτελεί τον τρόπο του Άλαν να λέει αντίο". Και οι δυο τους πάντως δείχνουν να έχουν αυτό που θέλουν. ... Και ο Γούντυ ... έχει βρει σήμερα μια ισορροπία με μια πλήρως συγκροτημένη γυναίκα. ...

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2007

How often do you have elections ? (evely molning, of coulse!)

---




[Με την ευκαιρία της χθεσινής συζήτησης στη Βουλή]

Στο Σύνταγμά μας, τον θεμελιώδη δηλαδή νόμο της χώρας, ορίζεται, στο άρθρο 53 ότι «1. Οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη που αρχίζουν από την ημέρα των γενικών εκλογών. ...» και στο άρθρο 41 ότι «1. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να διαλύσει τη Βουλή, αν έχουν παραιτηθεί ή και καταψηφιστεί από αυτή δύο Κυβερνήσεις και η σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα. ... 2. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή με πρόταση της Κυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. ...».

Απλή ανάγνωση των διατάξεων αυτών από οποιονδήποτε ξέρει λίγα γράμματα και μπορεί, στοιχειωδώς, να κάνει ακόμη λογικούς συλλογισμούς, τουλάχιστον σύμφωνα με την αριστοτέλεια λογική, οδηγεί, αναγκαία, στα εξής, και μόνο, δύο συμπεράσματα: πρώτον, ότι η βουλευτική περίοδος, δηλαδή το διάστημα μεταξύ δύο εκλογικών αναμετρήσεων, διαρκεί – εκτός αν η κυβέρνηση χάσει την εμπιστοσύνη της βουλής - τέσσερα χρόνια, και δεύτερον ότι μικρότερη διάρκεια επιτρέπεται μόνον αν πρόκειται να αντιμετωπιστεί πολύ σοβαρό εθνικό θέμα (παραλείπω άλλες περιπτώσεις διάλυσης της βουλής, όπως η αδυναμία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, που δεν έχουν να κάνουν με το θέμα μας).

Στη χώρα μας όμως, όπου η γλώσσα, ακόμη κι αυτή στην οποία είναι γραμμένο το Σύνταγμα, όσο απλή και κατανοητή κι αν είναι, γίνεται αντιληπτή με άλλο τρόπο (τι κρίμα που ο Όργουελ, όταν, στο τόσο προφητικό του βιβλίο «1984» εισήγαγε τον όρο «newspeak» αγνοούσε την νεοελληνική πραγματικότητα, πόσο πιο όμορφο θα ‘χε βγει το βιβλίο αυτό), οι παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος έχουν την εξής έννοια:

-Η (κάθε) κυβέρνηση, από την επομένη της ορκωμοσίας της, διατυμπανίζει όσο πιο δυνατά μπορεί, ότι θα σεβαστεί τη λαϊκή εντολή και θα κυβερνήσει ακριβώς για τέσσερα χρόνια, ούτε δευτερόλεπτο λιγότερο. Και μετά, βέβαια, θα επιδιώξει και δεύτερη τετραετία, απολύτως απαραίτητη για να ολοκληρώσει το έργο της, το οποίο, μη το συζητάμε, είναι εξαιρετικά σπουδαίο. Και μετά τρίτη για να αποτελειώσει την ολοκλήρωση και τέταρτη για να αποτελειώσει δεν ξέρω τι (ίσως όσους από μας έχουμε παραμείνει ζωντανοί).

Αυτό, όμως, είναι το demo. Γιατί, στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση, μόλις περάσει λίγος καιρός, αρχίζει να ψάχνει, εναγωνίως, την καλύτερη στιγμή για να διαλύσει τη βουλή και να προχωρήσει σε εκλογές. Όπου, ως καλύτερη στιγμή νοείται εκείνη που θα της υποδείξουν οι (αενάως διενεργούμενες) δημοσκοπήσεις. Εκείνη δηλαδή που ο συσχετισμός των δυνάμεων, πιστεύει πως την ευνοεί. Για να ξαναεκλεγεί βέβαια, και να ξεκινήσει την επόμενη «τετραετία». Κι όσο αυτή κρατήσει (αφού, βέβαια, κανείς δεν μπορεί να μας εγγυηθεί ότι δεν θα ξαναπαρουσιαστούν εξαιρετικοί, εθνικοί πάντα,
λόγοι, που θα επιβάλουν πάλι, και παρά τη θέλησή της να εξαντλήσει την τετραετία, την πρόωρη διάλυση της βουλής).

-Η (κάθε) αντιπολίτευση, με τη σειρά της, μόλις περάσει λίγος καιρός, αρχίζει κι αυτή να ζητά εκλογές. Κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι έχει χάσει το λαϊκό έρεισμα, ότι έχει γίνει μειοψηφική (λες και μετά τις πρώτες εκλογές του 1975 είδαμε στον τόπο πλειοψηφική κυβέρνηση) κι ότι δεν μπορεί πια να κυβερνά. Και να ενισχύει την τόσο ενδιαφέρουσα αυτή θεσμικά άποψή της με το ακλόνητης λογικής επιχείρημα «Αν τολμάτε κάντε εκλογές εδώ και τώρα».

-Ο (κάθε) Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατά πλήρη παραγνώριση του συνταγματικού του ρόλου, δέχεται κάθε πρόσχημα που του παρουσιάζει η κυβέρνηση για διεξαγωγή πρόωρων εκλογών ως «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» !!!. Αναγνωρίζει δηλαδή, τελικά, ότι το κομματικό συμφέρον της κυβέρνησης, που ακριβώς γι αυτό ζητά πρόωρες εκλογές, γιατί έχει υπολογίσει ότι θα τις κερδίσει, συνιστά τόσο σοβαρό, εθνικά, λόγο, που η βουλή πρέπει αμέσως να διαλυθεί και η χώρα να πάει σε νέες εκλογές. Και, βέβαια, καμία πολιτική παράταξη δεν τολμά να καταγγείλει το απαράδεκτο αυτό φαινόμενο, αφού κάτι τέτοιο θα μπορούσε, εύκολα, να ερμηνευτεί από τα ΜΜΕ και, τελικά, από το εκλογικό σώμα, ως δειλή συμπεριφορά και ως προαναγγελία βέβαιης ήττας.

-Κι ο (περήφανος) τέλος και κυρίαρχος λαός, έχοντας εθιστεί. με τα χρόνια, στη θλιβερή αυτή κωμωδία και την περιφρόνηση κάθε συνταγματικής τάξης, αρχίζει, κι αυτός, με τη σειρά του, και μόλις περάσουν κάνα δυο χρόνια από τις εκλογές, να κλιμακώνει τα αιτήματά του (πάντα θεσμικά, όλοι άλλωστε ξέρουμε ότι εδώ είναι χειρότερα κι από την Μεγάλη Βρετανία του περασμένου αιώνα, για χρήμα – και σεξ - ποτέ δεν μιλάμε, μόνο για καιρό και για θεσμούς) και ν’ ανεβάζει την ένταση, όντας σίγουρος ότι κάτι καλό θα προκύψει.

Και, βέβαια, ο πάντα αλάνθαστος λαός έχει, κι εδώ, δίκαιο. Αφού, μιας κι η οικονομική πολιτική των δύο-τριών πρώτων ετών ασφαλώς και πέτυχε, τα λουριά χαλαρώνουν και κάποια ευρώ βρίσκουν τον τρόπο να κυλίσουν προς τα κάτω, να φτάσουν στις τσέπες των άγρια χειμαζόμενων συμπολιτών μας, και να ικανοποιηθούν, έτσι, τα δίκαια και, όπως είπαμε, θεσμικά αιτήματά τους. Κι όσοι απ’ αυτούς, βέβαια, το θυμηθούν, όταν βρεθούν μπροστά στις κάλπες, και ξαναψηφίσουν τους ευεργέτες τους, καλό στην πατρίδα θα κάνουν, και μπράβο τους, γιατί αποτελούν έμπρακτη διάψευση εκείνου του άθλιου που είπε «ουδείς αγνωμονέστερος των ευεργετηθέντων».

Τώρα, αν κάποιος αφελής αναρωτηθεί, πώς είναι δυνατόν, με τη συνεχιζόμενη αυτή κατάσταση, να κυβερνηθεί ποτέ ο τόπος με σοβαρότητα, συνέπεια, ευθύνη και σωστή αίσθηση όχι της εσωτερικής μας απίστευτης μιζέριας αλλά του διεθνούς γίγνεσθαι, πώς είναι δυνατόν να ληφθούν, από οποιαδήποτε κυβέρνηση, μέτρα με χρονικό ορίζοντα μεγαλύτερο των λίγων μηνών και πώς είναι δυνατόν η προεκλογική περίοδος, κι η παραλυσία που επιφέρει, ν' αρχίζει λίγο μετά από κάθε εκλογή, μη του δώσετε σημασία, βαλτός θα ‘ναι, πράκτορας, εγκάθετος, χαφιές ή δεν ξέρω τι, τόσοι και τόσοι μας επιβουλεύονται, χρόνια τώρα άλλωστε η γλώσσα μας, η θρησκεία μας κι η δημοκρατία μας είναι, σε παγκόσμια κλίμακα, πρώτος στόχος, των αμερικάνων, των εβραίων, των παπικών, των δυτικών, των μασόνων, των αρειανών και των κατοίκων του μαύρου ερέβους, γνωστά είν’ αυτά.

Ενόψει λοιπόν της προσεχούς αναθεώρησης, και για να μην δημιουργούνται παρόμοιες απορίες, προτείνω να μπει στο Σύνταγμα ερμηνευτική διάταξη ως εξής: «Οι εκλογές γίνονται το πολύ κάθε τέσσερα χρόνια. Μέσα στο διάστημα αυτό, γίνονται όταν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ότι θα εξυπηρετήσουν το κομματικό συμφέρον της κυβέρνησης. Όσο πάντως αργούν, είναι γιατί η κυβέρνηση, αν και μειοψηφική κι αποτυχημένη, δεν τολμά να τις κάνει, κι η καθημερινή αυτή υπενθύμιση είναι το κυριότερο έργο και καθήκον της αντιπολίτευσης. Τέλος, όταν αποφασιστεί να γίνουν πρόωρες εκλογές, ειδοποιείται κι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που, υποχρεωτικά, εγκρίνει τη διεξαγωγή τους, γιατί αυτό απαιτεί το εθνικό συμφέρον».

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2007

CIA και φτηνό βιβλίο

---




Σύμφωνα με τον ρώσο λογοτεχνικό αναλυτή Ιβάν Τολστόι, η CIA «δανείστηκε» ένα από τα λιγοστά αντίτυπα του απαγορευμένου στη Σοβιετική Ένωση βιβλίου «Δρ Ζιβάγκο» που ο συγγραφέας του Μπόρις Πάστερνακ (βλ. φωτο) κατάφερε να στείλει σε φίλους του, στη Δύση, το φωτοτύπησε, το τύπωσε με γραμματοσειρές που κυκλοφορούσαν μόνο στη Σοβιετική Ένωση και το προώθησε για έκδοση σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Κι έτσι το βιβλίο αυτό έφτασε στα χέρια των μελών της Ακαδημίας, στη Στοκχόλμη, και στον Πάστερνακ απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας του 1958 ...

Αν αυτή η ιστορία αληθεύει, έστω και λίγο, και δεν είναι προϊόν μυθοπλασίας (λέτε ο αναλυτής να ‘ναι συγγενής του μεγάλου ρώσου συγγραφέα, που, κι είναι τεράστια αδικία, δεν αξιώθηκε να βραβευτεί με νόμπελ;), οφείλω, από τη θέση αυτή, να συγχαρώ – για πρώτη φορά, είναι αλήθεια - ολόθερμα την CIA.

Πρώτον, γιατί κάθε απαγορευμένο – για λόγους πολιτικούς, θρησκευτικούς, πολιτισμικούς κλπ βιβλίο πρέπει, με οποιοδήποτε τρόπο, να εκδίδεται και να κυκλοφορεί. Έστω κι αν η διάσωση και διάδωσή του οφείλεται, κι αυτή, στους ίδιους λόγους. Γιατί το βιβλίο, όσο προοδευτικό, αντιδραστικό, ανήθικο ή τολμηρό κι αν είναι το περιεχόμενό του, γι αυτό γράφεται, για να διαβαστεί. Κι όχι για να ριχτεί στη φωτιά (συνήθως με τον συγγραφέα του μαζί). Είτε αρέσει στους κυβερνώντες και στις διάφορες ηγεσίες είτε όχι. Κι ας κρίνουν οι αναγνώστες του, και, τελικά, η ιστορία, για την καλλιτεχνική, πολιτική, θρησκευτική ή κοινωνική του αξία (τα ίδια βέβαια ισχύουν και για οποιαδήποτε έκφραση λόγου, τέχνης ή ιδεών).

Δεύτερον, γιατί το συγκεκριμένο βιβλίο όχι μόνο είναι, ως λογοτέχνημα, εξαιρετικό, αλλά μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο με μια σπουδαία ταινία (σε σκηνοθεσία του Ντέιβιντ Λιν και με - υπέροχους - πρωταγωνιστές τον Ομάρ Σαρίφ και τη Τζούλι Κρίστι).

Τρίτον, γιατί, ανεξάρτητα από την λογοτεχνική του αξία, το βιβλίο αναφέρεται στα πρώτα χρόνια της επανάστασης των μπολσεβίκων, μια από τις πιο ταραγμένες και σκοτεινές περιόδους της ιστορίας, και στην κατάσταση που επικρατούσε στη Σοβιετική Ένωση τα άγρια εκείνα χρόνια.

Και τέταρτον, γιατί ο Πάστερνακ, ο οποίος, κατά το δημοσίευμα, δεν είχε ιδέα για την ανάμειξη αυτή της CIA, ναι μεν υποχρεώθηκε να αρνηθεί το βραβείο - το παρέλαβε ο γιος του τριάντα ένα χρόνια μετά - γλύτωσε όμως, εξαιτίας της βράβευσης, τη ζωή του. Και μπόρεσε έτσι να πεθάνει, δυο χρόνια αργότερα, στο σπίτι του. Κι όχι σε κανένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπως τόσοι και τόσοι ρώσοι διανοούμενοι.

Βέβαια, καθώς πρώτα φεύγει η ψυχή και μετά το χούι, αμέσως μετά τον θάνατό του οι αρχές στέλνουν στο γκούλαγκ τη φίλη του (και, μάλλον, ερωμένη του) Όλγα Ιβίνσκαγια. Και, παράλληλα, προφανώς για λόγους ισότητας, οδηγούν και τη σύζυγό του, Ζινάιντα Πάστερνακ, στην εξαθλίωση (πάλι καλά, στην Ινδία που για χιλιάδες χρόνια καίγανε τις χήρες κανένας δεν έλεγε μια κουβέντα, τώρα έσταξε η ουρά του γαϊδάρου;).

Αυτά λοιπόν, περίπου, λέει ο φίλος μας ο Τολστόι. Και, όπως είναι φυσικό κι αναμενόμενο, τα νέα κυκλοφόρησαν σ' όλο τον κόσμο, και σωστά.

Ο τρόπος όμως που η είδηση αυτή μεταδόθηκε στη χώρα μας και, ιδίως, τα σχόλια που την συνόδευσαν, αποδεικνύουν, γι άλλη μια φορά, το απύθμενο βάθος της αμορφωσιάς, της ιστορικής άγνοιας και των προκαταλήψεων που επικρατούν σε πολλούς που, δυστυχώς, εργάζονται στα μέσα και στον τύπο. Και που δεν μπορούσαν να κρύψουν τη στενοχώρια τους για το γεγονός.

Ενώ, προφανώς, θα 'ταν απόλυτα ευχαριστημένοι αν κάποια μυστική υπηρεσία είχε φροντίσει, αντίθετα, να καταστρέψει τα αντίτυπα που ο Πάστερνακ είχε το θράσος να στείλει κρυφά στη Δύση. Γιατί, πώς να το κάνουμε, η πράξη ήταν αντεπαναστατική, και μ’ αυτά τα θέματα δεν παίζουμε, κι αν ο λόγος κι η τέχνη δεν υπηρετούν τον λαό, δεν έχουν λόγο ύπαρξης (κι ούτε βέβαια οι δημιουργοί τους).

Όπως, βέβαια, τέλος, δεν έχει λόγο ύπαρξης, απ’ όλες τις μυστικές υπηρεσίες του πλανήτη, ειδικά η CIA. Εκτός κι αν αλλάξει αποστολή, κι αποφασίσει ν’ ανοίξει βιβλιοπωλείο (ας πούμε κάτι σαν τη FNAC). Οπότε, αν μάλιστα έχει και καλές τιμές, και κάνει και προσφορές, βλέπουμε.

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2007

Aux armes citoyens! (La Commission attaque)

---




Στο προηγούμενό μου post για την αναθεώρηση του άρθρου 16 υποστήριξα, συβιλλικά, πως, τελικά, και για το θέμα που συνταράσσει το πανελλήνιο τον τελευταίο καιρό, δηλαδή την άρση ή μη του κρατικού μονοπωλίου στην ίδρυση ΑΕΙ, μικρή σημασία έχει το αν θα αναθεωρηθεί ή όχι το άρθρο αυτό.

Δεν θέλησα τότε να αναλύσω τη θέση μου αυτή, για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί άλλος ήταν ο σκοπός εκείνου του post, και δεύτερον γιατί, από διακριτικότητα, περίμενα ν' αρχίσει η σχετική δίκη στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Επιτροπή κατά Ελλάδας, C-274/05, 18.1.2007), την οποία, βέβαια, όπως και υποθέτω μεγάλο μέρος του νομικού κόσμου της χώρας, γνώριζα.

Δίκη η οποία, και εφόσον η προσφυγή της Επιτροπής γίνει δεκτή, και γι αυτό είμαι σίγουρος (όσο σίγουρος μπορεί να είναι κανείς για την έκβαση εκκρεμούς δίκης), εξουδετερώνει πλήρως τη σχετική πρόβλεψη του ελληνικού Συντάγματος. Και μάλιστα, όπως μπορεί να προβλέψει κάθε σοβαρός άνθρωπος, που ξέρει πώς έχει διαμορφωθεί εδώ η κατάσταση τα τελευταία χρόνια στον χώρο της παιδείας, κατά τον χειρότερο τρόπο.

Όπως συνήθως διαμορφώνονται οι καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται οι διεθνείς σχέσεις της χώρας και στις οποίες οι πολιτικοί μας άρχοντες, σ’ ένα εξοργιστικό και θλιβερό κρεσέντο ημιμάθειας, τσαμπουκά και περιφρόνησης των αληθινών εθνικών συμφερόντων προς όφελος μικροκομματικών και πρόσκαιρων ωφελειών, παρουσιάζονται τόσο αδιάλλακτοι και αντίθετοι σε κάθε προσπάθεια συνεννόησης και ρύθμισης, και με τέτοια περιφρόνηση προς τους διεθνείς κανόνες και τις υποχρεώσεις της χώρας, αλλά και προς την πραγματική της ισχύ, ώστε, στο τέλος, η λύση που δεν διαλέγουμε αλλά μας επιβάλλεται να μην έχει τη μορφή απλής υποχώρησης, συμβιβασμού και ομαλής διευθέτησης μιας διαφοράς, αλλά να εμφανίζεται, περίπου, ως εθνική συμφορά και καταστροφή (δεν θα παραθέσω παραδείγματα, όλοι τα γνωρίζουμε άλλωστε).

Θα προσπαθήσω λοιπόν εδώ, με την προσοχή μου στραμμένη ιδίως στους φίλους που δεν είναι νομικοί, να εξηγήσω, όσο το δυνατόν πιο απλά, το θέμα που έχει δημιουργηθεί, και, ιδίως, το θέμα που θα δημιουργηθεί μετά την έκδοση της αποφάσεως αυτής. Η θλιβερή λοιπόν αυτή ιστορία έχει, περίπου, ως εξής:

Οχυρωμένες πίσω από το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος, που απαγορεύει απολύτως την ίδρυση στην Ελλάδα σχολών πανεπιστημιακού επιπέδου από ιδιώτες (Έλληνες ή ξένους, αδιάφορο), όλες οι μετά το 1975 κυβερνήσεις παρέμειναν προσηλωμένες στο μοντέλο του κρατικού μονοπωλίου της ανώτατης εκπαίδευσης. Αδιαφορώντας για τουλάχιστον τέσσερα πράγματα:

- Την διαρκή υποβάθμιση του επιπέδου σπουδών στον τόπο μας (προσοχή, υποβάθμιση σε σύγκριση όχι αναγκαία με μια καλύτερη κατάσταση που υπήρχε ή υποτίθεται πως υπήρχε στο παρελθόν, αλλά με τη διεθνή κατάσταση και εξέλιξη ιδίως της ανώτατης παιδείας),

- Τον όλο και μεγαλύτερο αριθμό Ελλήνων που βρίσκουν καταφύγιο και στην πιο απίθανη σχολή του εξωτερικού, προκειμένου να αποκτήσουν το περιπόθητο δίπλωμα, και την μεγάλη οικονομική αιμορραγία και των οικογενειών τους και της εθνικής οικονομίας,

- Την, τεράστια πλέον, ανεργία στον χώρο των νέων επιστημόνων, απόρροια, σε μεγάλο βαθμό, της πραγματικής υποβάθμισης των πανεπιστημιακών τους τίτλων και, ιδίως,

- Την ίδρυση στον τόπο μας των λεγόμενων Κέντρων Ελεύθερων Σπουδών, τα οποία, με βάση «συμφωνίες δικαιόχρησης» (franchising) που συνάπτουν με διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού (και ιδίως κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης) αναλαμβάνουν να παρέχουν στον τόπο μας κάποια έτη σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης στους σπουδαστές τους. Οι οποίοι, στη συνέχεια, ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στη χώρα του ιδρύματος – μαμάς, που, βέβαια, αναγνωρίζει τα έτη σπουδών που αυτοί έχουν διανύσει στη χώρα μας, κι αποκτούν το σχετικό πτυχίο.

Γιατί οι κυβερνήσεις μας αδιαφορούσαν και συνεχίζουν να αδιαφορούν, ειδικά, για το τελευταίο; Μα, γιατί, απλούστατα, το ΔΙΚΑΤΣΑ, ως αρμόδιο για την ακαδημαϊκή αναγνώριση των πτυχίων κρατικό όργανο, δεν αναγνωρίζει τα πτυχία αυτά, πανεπιστημιακά δηλαδή πτυχία, το επαναλαμβάνω, που έστω και ένα μέρος των σχετικών σπουδών έχει γίνει σε μη κρατική σχολή στην Ελλάδα (το γεγονός ότι και για τα άλλα πτυχία, ας πούμε τα κανονικά, το ΔΙΚΑΤΣΑ, συνεδριάζοντας ελάχιστες φορές τον χρόνο, χρειάζεται, σε πολλές περιπτώσεις, χρόνια για να κρίνει και να χορηγήσει ή όχι την ισοτιμία, αφήνοντας τους κατόχους τους, νέους κατά τεκμήριο ανθρώπους, κυριολεκτικά βουτηγμένους στην απελπισία και θύματα της μαύρης αγοράς εργασίας το αφήνω στην άκρη, η συνολικότερη αναλγησία κι ο σαδισμός του νεοελληνικού κράτους δεν είναι τώρα το θέμα μας).

Κι ενώ έτσι κυλούσαν τα πράγματα και τίποτε δεν φαινόταν ικανό να διαταράξει την ειδυλλιακή αυτή κατάσταση, το 1989 εκδίδεται η οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου "σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών". Με την οποία, εντελώς περιληπτικά, θεσπίστηκε, με σκοπό τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και των υπηρεσιών, σύστημα αναγνώρισης διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που έχουν χορηγηθεί σε κοινοτικούς υπηκόους από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών και επιτρέπουν στους κατόχους τους την πρόσβαση σε νομοθετικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα και την άσκησή του στο κράτος αυτό.

Με την οδηγία 89/48 λοιπόν οι κοινοτικοί αυτοί υπήκοοι (άρα και οι Έλληνες) αποκτούν το δικαίωμα να ασκούν, ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή μισθωτοί, το αντίστοιχο επάγγελμα σε άλλο κράτος μέλος (κράτος μέλος υποδοχής), διάφορο εκείνου στο οποίο απέκτησαν το δίπλωμά τους. Ακόμη κι αν το κράτος αυτό (υποδοχής) δεν αναγνωρίζει το τμήμα των σπουδών που πραγματοποιήθηκε στο έδαφός του και που αξιοποιήθηκε από το κράτος, αρχή του οποίου χορήγησε το σχετικό δίπλωμα, και δεν δέχεται το δίπλωμα αυτό ως ισότιμο με τα δικά του. Η οδηγία αδιαφορεί για το θέμα αυτό: αρκεί ο κοινοτικός υπήκοος να είναι εφοδιασμένος με επαγγελματικό τίτλο στηριζόμενο σε δίπλωμα που του χορήγησε κάποιο κράτος μέλος, για να έχει, κατ' αρχήν, το δικαίωμα να ασκήσει το ίδιο επάγγελμα σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

Τα ίδια λοιπόν, κατά την Επιτροπή (και τον γράφοντα), ισχύουν ακόμη και για τη χώρα μας, ό,τι και να λέει το Σύνταγμά μας. Γιατί, για την ευρωπαϊκή έννομη τάξη, ακόμη και το Σύνταγμα κράτους μέλους οφείλει να υπακούει στο πρωτογενές και δευτερογενές κοινοτικό δίκαιο, αυτό το ξέρουν κι οι κότες στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο (κι εδώ το ξέρουν βέβαια, άλλο θέμα με τι παραμύθια ταΐζουν τους ιθαγενείς, και το θέμα είναι για πόσο ακόμη).

Κι αν αυτά ισχύουν ήδη από το 1989 με την οδηγία 89/48 (προς την οποία η Ελλάδα συμμορφώθηκε μόλις το 2000!, ατελώς βέβαια στο σημείο αυτό, γι αυτό και η σχετική δίκη, οι σχετικές όμως διατάξεις, ως άμεσης ισχύος, δεσμεύουν τα κράτη μέλη από το 1989), τα ίδια και χειρότερα πρεσβεύει η νέα οδηγία 2005/36, προς την οποία η χώρα μας ετοιμάζεται να συμμορφωθεί (και να δούμε πώς).

Έρχεται λοιπόν η Επιτροπή, αρμόδιο κοινοτικό όργανο για την εφαρμογή από τα κράτη μέλη του κοινοτικού δικαίου, και προσφεύγει στο ΔΕΚ κατά της ελληνικής δημοκρατίας, με αίτημα την καταδίκη μας γιατί, και μετά την οδηγία 89/48, εξακολουθούμε να μην αναγνωρίζουμε επαγγελματικά δικαιώματα σε πτυχιούχους κράτους μέλους, που επιθυμούν να εργαστούν στη χώρα μας, με την παράνομη, κατά την Επιτροπή, αιτιολογία, ότι τμήμα των σπουδών των πτυχιούχων αυτών έγινε στην Ελλάδα, στα περίφημα αυτά Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, κι επομένως, κατά το ιερό άρθρο 16 του Συντάγματος, το τμήμα αυτό των σπουδών δεν μπορεί να αναγνωρισθεί.

Δεν θα αναλύσω νομικά περισσότερο το θέμα, νομίζω πως, για τις περιορισμένες ανάγκες του χώρου αυτού, έγινε κατανοητό. Θα παραθέσω μόνο την πραγματική κατάσταση, αντιγράφοντας από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» της 19.1 για τη χώρα μας: 20 κολέγια, 20.000 ο συνολικός ετήσιος αριθμός σπουδαστών, 1.500 έως 2.000 ο αριθμός αποφοίτων ανά έτος (με πτυχία που εμπίπτουν στην οδηγία για τα επαγγελματικά δικαιώματα), 73,3 έως 88 εκ. ευρώ εκτιμώμενος ετήσιος τζίρος, 15 με 20.000 ο αριθμός των αποφοίτων που αφορά ενδεχόμενη αναγνώριση.

Αν λοιπόν η προσφυγή αυτή γίνει δεκτή, όπως και, επαναλαμβάνω, είμαι σίγουρος, οι συμφωνίες «δικαιόχρησης» με ελληνικά «κολέγια» θα θεριέψουν. Χιλιάδες νέοι θα σπεύσουν να εγγραφούν στα κέντρα αυτά, αφού, πάντως, για πολλούς θα είναι καλύτερα να σπουδάζουν στη χώρα τους παρά στο εξωτερικό. Κέντρα που, όχι όλα αλλά πολλά, και λυπάμαι που το λέω, λειτουργούν με πολύ χαμηλά standards. Κι ευλόγως, αφού η ελληνική πολιτεία, με την κουτοπόνηρη σκέψη ότι τα «χαρτιά» που χορηγούν δεν έχουν, στην Ελλάδα, καμιά ισχύ, χρόνια τώρα τα έχει αφήσει, στην ουσία, να λειτουργούν χωρίς έλεγχο.

Μακιαβελική πραγματικά σκέψη, άξια συγχαρητηρίων, που δείχνει και την απύθμενη υποκρισία για το άρθρο 16. Γιατί, εφόσον τα κέντρα αυτά παρέχουν εκπαίδευση, και εφόσον τόσος και τόσος κοσμάκης καλώς ή κακώς τα εμπιστεύτηκε και τα εμπιστεύεται, και standards έπρεπε να έχουν τεθεί και σοβαρή κρατική εποπτεία έπρεπε να υπάρχει. Όχι για να τα απαγορεύσει ή να τα περιορίσει, αλλά για να προστατεύσει, αν μη τι άλλο, τους σπουδαστές τους. Και, κατ’ επέκταση, τη συνολική παροχή παιδείας στον τόπο μας.

Και, βέβαια, μετά την απόφαση του ΔΕΚ, οι αρμόδιοι, έκπληκτοι, θα ανακαλύψουν τότε το πρόβλημα. Και θ' αρχίσουν να τρέχουν. Προσποιούμενοι, κατά την προσφιλή τους συνήθεια, πως το πρόβλημα δεν το δημιούργησαν οι ίδιοι, αλλά κάποιοι σκοτεινοί κύκλοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που, όπως όλοι ξέρουμε, άλλη δουλειά δεν κάνει από το να κυνηγά την έρμη τη χώρα μας

Νομίζω τώρα γίνεται κατανοητή η αποστροφή που είχα διατυπώσει στο προηγούμενο post για το πόσο χωρίς σημασία είναι ο περιορισμός της συζήτησης για το άρθρο 16 μόνο στην άρση ή όχι της απαγόρευσης ίδρυσης μη κρατικών ΑΕΙ. Γιατί, αν η απαγόρευση αυτή δεν αρθεί, όπως διακαώς φαίνεται να επιθυμεί τμήμα των πολιτικών δυνάμεων, καθώς κι η πανεπιστημιακή κοινότητα, που, κάθε μέρα καιρό τώρα διαδηλώνει για το θέμα αυτό, μεγάλο μέρος των νέων που επιθυμούν να σπουδάσουν εδώ αλλά σε μη κρατικά ΑΕΙ θα το κάνει μέσω των κέντρων αυτών. Έχοντας μόνο την υποχρέωση να διεκπεραιώσει λίγο χρόνο σπουδών στο εξωτερικό. Κατά την άποψή μου δε (κρατηθείτε) και καθόλου, αρκεί να δώσει εκεί τις τελικές εξετάσεις.

Ακόμη όμως κι αν το άρθρο 16 τροποποιηθεί και επιτραπούν ιδιωτικά ΑΕΙ, δεν νομίζω ότι κανένα σοβαρό ίδρυμα θα έρθει εδώ να επενδύσει εκατομμύρια ευρώ, σε ένα εγχείρημα αβέβαιης και πάντως μακροχρόνιας απόδοσης. Και γιατί να το κάνει, αφού με απείρως λιγότερα χρήματα μπορεί να συνεργαστεί με εγχώρια «κολέγια», τα οποία, βεβαίως, εύκολα μπορεί να αναβαθμιστούν, και να φτάσει στο ίδιο αποτέλεσμα.

Κλείνω με μερικές απλές σκέψεις:

Σε πόσες δηλώσεις και τοποθετήσεις πολιτικών ακούσατε να υπάρχει ο παραπάνω προβληματισμός; Κι ακόμη χειρότερα, σε πόσες δηλώσεις κλπ μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας; Από τις χιλιάδες σελίδες που γράφτηκαν και γράφονται για το θέμα; Προσωπικά, μήνες τώρα διαβάζω και τα πιο απίθανα πράγματα, μόνο τα λάβαρα της Επανάστασης του 21 δεν μας ζητούν να ξεθάψουμε. Για το κορυφαίο όμως, κατά την άποψή μου, ζήτημα της δίκης που άρχισε προχθές, άκρα του τάφου σιωπή. Λες και το έχει απαγορεύσει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων, μπας και ταραχθεί η εθνική ηρεμία και αδιαφορία. Λίγα άρθρα στις εφημερίδες της 19.1 και λίγα σχόλια στις χθεσινές κυριακάτικες, από τις οποίες ξεχωρίζω τον πάντα εύστοχο «Διόδωρο τον Κυψελιώτη» στο Βήμα.

Αντίθετα, με μεγάλη θλίψη διάβασα δηλώσεις κορυφαίων στελεχών κομμάτων, οι οποίοι τυχαίνει να είναι και πανεπιστημιακοί, και μάλιστα στον χώρο του δημοσίου δικαίου, σύμφωνα με τις οποίες η δίκη που σας περιέγραψα, κι αν χαθεί, δεν έχει σχέση με το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος, αφού δεν αφορά την ακαδημαϊκή ισοτιμία αλλά τα επαγγελματικά δικαιώματα. Ειλικρινά, τέτοια απίστευτη δήλωση δεν την περίμενα, ακόμη κι από πολιτικό. Αφού κάθε πανεπιστημιακός τίτλος σε επαγγελματικό τίτλο βέβαια οδηγεί, επάγγελμα θέλουν να ασκήσουν όσοι σπουδάζουν κι όχι να κρεμάσουν το πτυχίο τους σε κάντρο.

Αλλά τι να πω, ακόμη κι όταν δεκάδες χιλιάδες κατόχων τέτοιων επαγγελματικών τίτλων θα ‘χουν γεμίσει τη χώρα και θα ασκούν, νόμιμα, επαγγέλματα για τα οποία χρειάζεται πανεπιστημιακό δίπλωμα, αυτοί είναι ικανοί να λένε ότι εντάξει, δεν έγινε τίποτε, ο δημόσιος χαρακτήρας των πανεπιστημίων μας δεν θίχτηκε, μόνον επάγγελμα κάνουν οι έρμοι, δεν είναι όμως και ακαδημαϊκά ισότιμοι…

Όπως είπα και πιο πάνω, η καταδίκη της Ελλάδας είναι σίγουρη. Εύχομαι κι ελπίζω τότε η χώρα να συμμορφωθεί με την απόφαση του ΔΕΚ και να μην ζήσουμε τα όσα ζήσαμε και ζούμε με την υπόθεση του βασικού μετόχου. Άλλη μια πατέντα αυθεντικά ελληνική και παγκοσμίως άγνωστη, η οποία διέσυρε κι ακόμη διασύρει τη χώρα διεθνώς. Και που, το χειρότερο, υποχρέωσε τον «εθνικά περήφανο λαό» να υποχωρήσει ταπεινωτικά, λίγο μόλις καιρό μετά τις φοβερές κορώνες που ύψωσε παγκοσμίως για την ανάγκη υπεράσπισης του Συντάγματός μας.

Ας συνεχίσουμε λοιπόν εμείς εδώ, από το τεράστιο και απόλυτης εθνικής προτεραιότητας θέμα της παιδείας, να ασχολούμαστε μόνο με την ίδρυση ή μη ιδιωτικών ΑΕΙ. Ας συνεχίσουμε την αγαπημένη μας ασχολία, να πολεμάμε σε πεδία χθεσινών μαχών, ακόμη κι όταν οι αντίπαλοι στρατοί έχουν κινήσει γι αλλού. Ας χάσουμε, χορεύοντας αμέριμνοι στα σαλόνια του Τιτανικού, άλλη μια ευκαιρία, ίσως μια από τις τελευταίες, να δούμε συνολικά το θέμα παιδεία στη χώρα. Που αρχίζει πριν από το δημοτικό και δεν τελειώνει ποτέ. Κι ας εξακολουθήσουμε να ανεχόμαστε δημοτικά και γυμνάσια της συμφοράς, να υπολειτουργούν με όσους μαθητές δεν έχουν τα μέσα να σπουδάσουν σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, και με καθηγητές που τον μισό χρόνο απεργούν και τον άλλο μισό κάνουν ιδιαίτερα φροντιστήρια στους μαθητές τους. Να θεωρούμε φυσιολογικό οι μαθητές να διδάσκονται, έξω από το σχολείο, με πληρωμή, όλα τα σοβαρά μαθήματα, μαζί και τις ξένες γλώσσες, με αποτέλεσμα η δωρεάν παιδεία μας να κοστίζει εκατομμύρια.

Να ανεχόμαστε, επίσης, να ιδρύονται εκπαιδευτικά ιδρύματα από δω κι από κει, με κριτήριο όχι την ορθολογική οργάνωση της εκπαίδευσης αλλά την οικονομική ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών. Να αποκαλούμε τα ΑΕΙ πλήρως αυτοδιοικούμενα, όταν ούτε χαρτί τουαλέτας δεν μπορούν ν' αγοράσουν χωρίς έγκριση του υπουργείου. Να έχουμε ΔΕΠ που αναπαράγεται με σκοτεινές διαδικασίες και, όσο μπορεί, απασχολείται επαγγελματικά αλλού.

Και, βέβαια, να έχουμε φοιτητές που, αντί να υπερασπίζονται τα αληθινά συμφέροντά τους, θεωρούν χρέος τους να εντάσσονται σε κομματικές νεολαίες και ν' αποφασίζουν σύμφωνα με τις επιταγές τους, λες κι αυτές θα τους βρουν δουλειά σ' ένα σύστημα που, όπως λειτουργεί, και, ιδίως, όπως δυστυχώς σχεδιάζεται για το μέλλον, τους προορίζει για αιώνιους ανεπάγγελτους. Κι ακόμη χειρότερα, φοιτητές που υποτάσσονται, παθητικά, σε αποφάσεις που έχουν πάρει γι αυτούς θλιβερές μειοψηφίες, που κανένα φως της μέρας δεν βλέπει και που κανείς δεν πολυξέρει ποιοι τις αποτελούν και ποιες κοινωνικές δυνάμεις πραγματικά εκφράζουν.

Και, τέλος, να κλείνουμε τα μάτια σε ΑΕΙ που τελούν μόνιμα υπό κατάληψη, η οποία, βέβαια, υποβαθμίζει ακόμη περισσότερο τα ήδη υποβαθμισμένα πτυχία. Και, κερασάκι στην τούρτα, προσοχή μην ακουμπήσουμε τον θεσμό του φοιτητικού ασύλου, μια από τις μεγαλύτερες ελληνικές πατέντες, που, όπως έχει εκφυλιστεί, είναι, φοβάμαι, το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει η πανεπιστημιακή κοινότητα και η πολιτική ηγεσία στο ιδιωτικό κεφάλαιο που δραστηριοποιείται στον χώρο της παιδείας.

Κι αν μας στριμώξει η Ευρωπαϊκή Ένωση, ε, δεν το ‘χουμε και πολύ να καταργήσουμε το άρθρο 28 και να αποχωρήσουμε από το εοκικό συνδικάτο που, χρόνια τώρα, μας πίνει το αίμα και τόσα κακά απεργάζεται για τον δημόσιο χαρακτήρα των ΑΕΙ μας, εξάλλου οι Ευρωπαίοι είναι που μας έχουν ανάγκη κι όχι εμείς αυτούς, εδώ δεν είναι άλλωστε που εφευρέθηκε η παιδεία όταν αυτοί, σκαρφαλωμένοι στα δέντρα, έτρωγαν βελανίδια, τόσες φορές που το' χουμε ακούσει, ακόμη να το πιστέψουμε;

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2007

Minima Moralia (Theodor Adorno)

---

... Οι άνθρωποι ξεμαθαίνουν να κάνουν δώρα. ... Η ευτυχία της πραγματικής προσφοράς δώρων βρισκόταν στην ικανότητα του δωρητή να φαντάζεται την ευτυχία του αποδέκτη. Σημαίνει ότι διαλέγει, διαθέτει χρόνο, βγαίνει από τον δρόμο του, σκέπτεται τον άλλο ως υποκείμενο: το αντίθετο της λήθης. Ακριβώς προς τούτο δεν είναι σχεδόν κανένας πια ικανός. Στην καλύτερη περίπτωση χαρίζουν ό,τι θα επιθυμούσαν για τον εαυτό τους, μόνο κατά μερικές βαθμίδες χειρότερα. Ο ξεπεσμός της προσφοράς δώρων καθρεφτίζεται στην οδυνηρή εφεύρεση των ειδών δώρων, τα οποία στηρίζονται ήδη στο γεγονός ότι δεν ξέρει κανείς τι να χαρίσει, διότι δεν το θέλει πραγματικά. Αυτά τα εμπορεύματα είναι άσχετα όπως οι αγοραστές τους. Ήταν από την πρώτη κιόλας μέρα αζήτητα. Παρόμοια και η επιφύλαξη του δικαιώματος αλλαγής τους, που υποδηλώνει στον αποδέκτη: πάρε αυτό το πράγμα, κάνε ό,τι θέλεις μ' αυτό. Αν δεν σου ταιριάζει, το ίδιο μου κάνει, βρες αντ' αυτού κάτι άλλο. Αυτή μάλιστα η καθαρή αντικαταστατότητα αποδεικνύεται ανθρωπινότερη σε σύγκριση με την αμηχανία απέναντι στα συνηθισμένα δώρα, διότι τουλάχιστον επιτρέπει στον αποδέκτη να χαρίσει κάτι στον εαυτό του, και εδώ βέβαια βρίσκεται και η απόλυτη αντίφαση προς την προσφορά δώρων. ...

Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2007

Aux armes citoyens! (suite)

---



Ορισμένα από τα σχόλια που καλοί φίλοι είχαν την καλοσύνη να διατυπώσουν στο προηγούμενο post για το άρθρο 16, καθώς και ο καταιγισμός των σημερινών δημοσιευμάτων στον ημερήσιο τύπο, μου δημιουργούν την ανάγκη να επανέλθω, αν και είχα αποφασίσει διαφορετικά, στο θέμα.

Και, μιας που στις τόσες και τόσες αναλύσεις για το τι πρέπει, τι δεν πρέπει, τι θα ‘πρεπε και τι δεν θα ‘πρεπε να γίνει, πουθενά δεν είδα να προηγείται μια απεικόνιση του ισχύοντος άρθρου, λες κι είναι αυτονόητο ότι ο μέσος Έλληνας ξεκινά τη μέρα του απαγγέλλοντάς το στη γυναίκα του και τα παιδιά του, αποφάσισα, ιδίως για τους μη νομικούς, να παραθέσω, αυτούσια (με bold και italics χαρακτήρες) τις διατάξεις που, κατά την άποψή μου, παρουσιάζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Και να διατυπώσω μερικές πολύ πρόχειρες σκέψεις. Και ερωτήματα. Απευθυνόμενα, κυρίως, σ’ όσους υποστηρίζουν πως το άρθρο αυτό δεν πρέπει με τίποτε να το ακουμπήσουμε, τόσο τέλειο που είναι.

Θεωρώ αυτονόητο να επαναλάβω ότι τα όσα γράφω και υποστηρίζω εδώ είναι εντελώς άσχετα με τις προτάσεις των κομμάτων και το πώς αυτά φαντάζονται την επικείμενη αναθεώρηση. Γιατί διεκδικώ, όσο μπορώ, το δικαίωμά μου να είμαι σκεπτόμενος άνθρωπος. Και να εκφράζω την άποψή μου όπως ακριβώς την πιστεύω, έξω από κομματικές ή οποιουδήποτε άλλου είδους δεσμεύσεις, εξαγγελίες, στρατηγικές, επιδιώξεις και φαντασιώσεις. Ακόμη κι αν, όπως προσπαθούν να μας πείσουν, μακριά απ’ αυτές δεν υπάρχει παράδεισος. Τότε, μου αρκεί κι η κόλαση. Κι είμαι σίγουρος ότι εκεί θα βρεθώ με κάποιους από σας, οπότε ωραία θα ‘ναι, θα μπορούμε να συνεχίσουμε ανενόχλητοι την κουβεντούλα μας.

Τέλος, ίσως κάποτε πρέπει να συζητήσουμε και το γιατί η αναθεώρηση του άρθρου 16 μικρή σημασία έχει. Όπως και η μη αναθεώρησή του. Όπως και οποιαδήποτε συζήτηση που εγκλωβίζεται μόνο σε διατάξεις νόμων, συνταγμάτων και υπερσυνταγμάτων, χωρίς καμία αναφορά στο τι πράγματι συμβαίνει και τι πρέπει να αλλάξει. Και που διεξάγεται σ’ ένα τόπο, που η πραγματική ζωή εξελίσσεται ερήμην του κανόνα. Αρκεί αυτός να υπάρχει. Έτσι, για να τηρούνται τα προσχήματα. Γιατί, στην Ελλάδα η γυναίκα του Καίσαρα δεν χρειάζεται να είναι τίμια. Αρκεί να φαίνεται τίμια.
---------

Άρθρο 16

1. … Η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υποταγής στο Σύνταγμα.


Περιττή διάταξη, όπως και πολλές άλλες που, κακώς, περιέχονται στον θεμελιώδη νόμο της χώρας. Ο οποίος, ενώ κάθε σωστό Σύνταγμα είναι λιτό και περιεκτικό, έχει διογκωθεί τόσο, που έχει προσλάβει επικίνδυνες διαστάσεις. Καμία ελευθερία δεν νοείται έξω από τα συνταγματικά πλαίσια. Αρκεί, βέβαια, οι επί μέρους εκδηλώσεις της να διασταυρώνονται με αυτό. Όπως δεν νοείται και έξω από το σύνολο των κανόνων δικαίου. Με την επιπρόσθετη προϋπόθεση οι κανόνες αυτοί να μην προσκρούουν σε άλλους κανόνες υπέρτερου κύρους.

2. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της ηθικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.

Ουπς, εδώ χτυπήσαμε φλέβα, ας σταθούμε λίγο. Λοιπόν, έχουμε και λέμε. Το Κράτος αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει παιδεία με συγκεκριμένους σκοπούς (δεν θέλω εδώ να αναφέρω ποιες κοινωνίες συνταγματοποίησαν τους σκοπούς τους, και ειδικά στο θέμα της παιδείας, και σε τι πραγματικά απέβλεπαν), στους οποίους μάλιστα περιλαμβάνεται η ανάπτυξη όχι μόνο της ηθικής συνείδησης (τι θα πει αυτό άραγε;) αλλά και της θρησκευτικής!

Δηλαδή, με απλά λόγια, ντε και καλά οι εκπαιδευόμενοι είναι υποχρεωμένοι να αναπτύσσουν θρησκευτική άποψη και κοσμοθεωρία (πάλι καλά που δεν επιβάλλεται, τουλάχιστον ρητά, συγκεκριμένη θρησκεία). Και το άρθρο 13, που επιτρέπει στον καθένα μας όχι μόνο να πρεσβεύει όποια θρησκεία θέλει, αλλά και να μη πρεσβεύει καμία θρησκεία, ή να είναι άθεος, ή και να πρεσβεύει την αθεΐα; Είναι άρθρο κατώτερου Θεού αυτό;

Σταματώ. Για την παράγραφο αυτή, που δεν βλέπω να γίνεται και μεγάλος λόγος στη συζήτηση που έχει ανοίξει, θα μπορούσαν να γραφούν βιβλία επί βιβλίων.

4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. …

Μάλιστα, η παιδεία, κατά συνταγματική επιταγή, είναι δωρεάν. Σε όλες τις βαθμίδες. Και ενισχύονται όσοι διακρίνονται. Εδώ θα ρωτούσα αν ξέρετε το άλλο ανέκδοτο με τον Τοτό, αλλά το ‘χουμε ακούσει τόσες φορές ...

Τέλος πάντων, για όσους δεν το ξέρατε, η παρεξήγηση λύθηκε κι η αλήθεια έλαμψε, ίσως η διάταξη αυτή είχε παραπέσει, το αφεντικό τρελάθηκε και τα δίνει όλα δωρεάν. Όσοι από μας λοιπόν πληρώνουμε απίστευτα ποσά σε φροντιστήρια κλπ, να σταματήσουμε αμέσως, πρόκειται περί λάθους. Και να αναζητήσουμε και τα καταβληθέντα. Όσα τουλάχιστον δεν έχουν παραγραφεί. Αν τρέξουμε, προφταίνουμε.

Στην ίδια παράγραφο: Γιατί δωρεάν παιδεία μόνο για τους Έλληνες; Κι όχι για όσους κατοικούν στην Ελλάδα; Για να μπορεί ο κοινός νομοθέτης να βάλει, αν θέλει, δίδακτρα στα παιδιά των οικονομικών μεταναστών; Αυτά δηλαδή να μη μάθουν γράμματα; Μήπως γιατί οι γονείς τους, κατά τεκμήριο, είναι τόσο εύποροι που μπορούν να τα στείλουν σε ιδιωτικά σχολεία;

5. Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση.

Γιατί ΝΠΔΔ; Ή μόνο ΝΠΔΔ; Μπορεί κανείς να το εξηγήσει αυτό; Και να μας πει αν συμβαίνει και σ’ άλλη χώρα τα ανώτατα ιδρύματα να έχουν τη μορφή αυτή, που καθιστά άκρως δυσχερή και προβληματική την ανάληψη κάθε πρωτοβουλίας έξω από τον ασφυκτικό έλεγχο της κρατικής εξουσίας;

Πλήρης αυτοδιοίκηση. Μάλιστα. Που και στυλό να θέλουν να αγοράσουν τα ΑΕΙ πρέπει να υπογράψει κάποιος μανδαρίνος του Υπουργείου Παιδείας. Άλλη μια εκδήλωση της περίφημης newspeak του νεοελληνικού παραλογισμού.

6. Οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί … δεν μπορούν να παυθούν … παρά μόνο με τις προϋποθέσεις … αποχωρούν … στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος …

Μακροσκελής διάταξη, που κατοχυρώνει τα δικαιώματα των καθηγητών κλπ, κατά τη γνώμη μου όχι μόνον άχρηστη αλλά και απίστευτα αντιδραστική. Γιατί απαγορεύοντας, στην ουσία, στα πανεπιστήμια να επιλέγουν το προσωπικό τους, να το αμείβουν, να το αξιολογούν και να απομακρύνουν τους άχρηστους, έχει παραδώσει τους φοιτητές στο έλεος μιας τάξης κρατικών «λειτουργών» οι οποίοι, με εργαλείο τον περίφημο «νόμο – πλαίσιο», αναπαράγονται με τον τρόπο που αυτοί νομίζουν σωστό. Έχοντας δηλαδή τη δυνατότητα να επιλέγουν όσους παρέχουν εχέγγυα ότι θα ενταχθούν στο σύστημα. Και να αποφεύγουν, σαν τον διάολο το λιβάνι, εκείνους που ίσως, από αφέλεια, πιστεύουν ότι προσλαμβάνονται στο πανεπιστήμιο για να απασχοληθούν σοβαρά με τα καθήκοντά τους, την έρευνα δηλαδή και τη διδασκαλία.

«Λειτουργούς» τέλος, πολλοί από τους οποίους, κι όσο ανέρχονται στην ιεραρχία του ΔΕΠ, αναθέτουν το διδακτικό τους έργο, για το οποίο όμως πληρώνονται, σε κατώτερους, εγκαταλείπουν το πανεπιστήμιο και σπεύδουν να απασχοληθούν οπουδήποτε αλλού, κάνοντας χρήση του αξιώματός τους, και της όποιας ισχύος αυτό τους δίνει.

[Και, προς Θεού, εδώ μιλάμε για διατάξεις και για νομικές δυνατότητες, όχι για συγκεκριμένα πρόσωπα, μην ακούσω ότι θίγω κάποιον ή κάποιους. Και, βέβαια, δεν θα 'θελα να στενοχωρήσω όσους υπέροχους ανθρώπους - και γνωρίζω μερικούς - έχουν δώσει κυριολεκτικά και τη ζωή τους για να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους, με ήθος, σοβαρότητα και αξιοπρέπεια.

Γιατί, ειλικρινά, δεν είναι αυτή η πρόθεσή μου. Θα ‘ταν όμως ενδιαφέρον, στο σημείο αυτό, το υπουργείο να δημοσιοποιήσει στοιχεία με τις ώρες πραγματικής ετήσιας απασχόλησης των μελών του ΔΕΠ στο ίδρυμά τους, και ιδίως των τακτικών καθηγητών, στις περιούσιες σχολές, όπως Ιατρική και Νομική. Και μετά συνεχίζουμε τη συζήτηση. Με δεδομένα και όχι εικασίες].

7. Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια …

Το κράτος παρέχει και την επαγγελματική εκπαίδευση λοιπόν. Σωστά, μόνο που, εδώ και χρόνια, την έχει εγκαταλείψει. Αφού «ανωτατοποίησε» τα ΤΕΙ χωρίς να ιδρύσει άλλες ανώτερες σχολές. Και χωρίς να επιτρέπει και στους ιδιώτες να ιδρύσουν. Κι έτσι, αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, δεν έχει ανώτερες σχολές, τόσο απαραίτητες όμως για πλήθος επαγγελμάτων, και ειδικά των τεχνικών.

Φυσικό φαίνεται, αφού, όπως πάμε, θα «ανωτατοποιηθούν» και τα νηπιαγωγεία. Για να αποκτήσουν τις σχετικές απολαβές και προνόμια οι διδάσκοντες. Και το αντίστοιχο πτυχίο οι μαθητές. Που σε λίγα χρόνια θα ‘ναι κάτι σα τις χάρτινες δραχμές της κατοχής, ξέρετε πεντακόσια δισεκατομμύρια κλπ σε ένα χαρτονόμισμα, πραγματικής αξίας μισού κιλού ψωμιού. Άλλο σημείο, στο οποίο από όλα τα κόμματα παρατηρείται εκκωφαντική σιωπή.

8. … Η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται.

Ωχ, φτάσαμε στην πέτρα του σκανδάλου, τα ΑΕΙ, το Γκράαλ της εκπαίδευσης, το χρυσόμαλλο δέρας, προσοχή, μπαίνουμε σε αληθινό ναρκοπέδιο. Δεν μπορώ όμως παρά να ρωτήσω:

Τι πρέπει να ενδιαφέρει ένα κράτος, η μορφή, το κέλυφος μιας υπηρεσίας ή δραστηριότητας ή το περιεχόμενο; Για να το πω κινέζικα, ενδιαφέρει το χρώμα της γάτας ή το αν πιάνει ποντίκια; Και δεν αναφέρομαι βέβαια στον σκληρό πυρήνα του κράτους (στρατός, αστυνομία κλπ, αν και το τι απαρτίζει τον πυρήνα αυτό διεθνώς αμφισβητείται). Αλλά στις λοιπές δραστηριότητες. Και μάλιστα σ’ αυτές που, ιστορικά, ξεκίνησαν από μη κρατικές οντότητες. Όπως οι υπηρεσίες υγείας και παιδείας. Γιατί να μπορώ (ευτυχώς) να κάνω μιαν εγχείρηση σε κλινική, που θα λειτουργεί, βέβαια, μέσα στα όρια του νόμου (γιατροί, χώροι, ιατρικές πράξεις κλπ) και να μην μπορώ να σπουδάσω σ’ ένα παρόμοιο ΑΕΙ;

Τι φοβόμαστε; Μην δραστηριοποιηθούν σκιντζήδες στον χώρο της εκπαίδευσης και υποβαθμισθεί η παρεχόμενη παιδεία; Μα, αυτό ακριβώς είναι θέμα θεσμικού πλαισίου, ελέγχου, εισαγωγής υψηλών standards, εποπτείας. Όπως γίνεται παντού.

Μήπως έρθουν στην Ελλάδα τα Καίμπριτζ, οι Οξφόρδες και τα Χάρβαρντ και μας πάρουν την πελατεία; Μήπως γυρίσουν στη χώρα τα παιδιά μας που τώρα σπουδάζουν και στις πιο απίθανες χώρες;

Μήπως η Κυβέρνηση χάσει κάποιο κομματάκι ελέγχου ενός νευραλγικού τομέα; Μήπως χρειαστεί να στενοχωρήσει κάποιους καθηγητές, που θα δουν τη σίγουρη πελατεία τους να διαρρέει;

Τι τέλος πάντων; Και γιατί η ιδιωτική ανώτατη παιδεία θα υποβαθμίσει τη δημόσια; Μήπως, αντίθετα, είναι η μόνη της ευκαιρία να αναβαθμισθεί;

Γιατί, ιστορικά, παράδειγμα μονοπωλίου που να αυτοβελτιώνεται δεν γνωρίζω. Σε κανένα χώρο. Και φοβάμαι ότι η παροχή ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας δεν θα αποτελέσει εξαίρεση. Σε μιαν εποχή μάλιστα που, με την κατάρρευση των συνόρων και την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, το επίπεδο εκπαίδευσης ενός λαού ίσως καθορίσει το μέλλον του, για πολλά χρόνια.

Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2007

Ο νόμος του Dilbert (Scott Adams)

---

Ομαδική εργασία

... Η ομαδική εργασία είναι το αντίθετο της αποτελεσματικής διαχείρισης χρόνου. Δεν μπορείς να διαχειριστείς αποτελεσματικά το χρόνο σου αν δεν καταφέρεις να απαλλαγείς από τους συναδέλφους σου. Αυτοί θα προσπαθήσουν να σε πείσουν να εγκαταλείψεις τις δικές σου προτεραιότητες και να ασχοληθείς με τις δικές τους. Είναι, κατά κανόνα, εγωιστές και σατανικοί.

Όταν είσαι ομαδικός παίκτης δεν διαφέρεις πολύ από ένα τσουβάλι κανναβούρι μέσα σ' ένα πτηνοτροφείο. Κάθε συνάδελφος θα έρχεται να πάρει μια μπουκιά από τη δική σου θρεπτική τροφή, αφήνοντας ένα "δωράκι" με περιορισμένη αξία μεταπώλησης. Όπου υπάρχει ομαδική εργασία, υπάρχουν άνθρωποι με πολλές πληγές από ράμφη στο κεφάλι τους. ...

Aux armes citoyens!

---




Αρχίζουν σήμερα οι αγώνες για να μην αναθεωρηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος.

Μάλιστα. Να μην αναθεωρηθεί. Γιατί, προφανώς, είναι εξαιρετικά πετυχημένο. Κι έχει τόσα προσφέρει στην υψηλής ποιότητας δημόσια εκπαίδευση που παρέχεται στον τόπο μας. Εκπαίδευση όχι μόνο τριτοβάθμια, αλλά και πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια (το άρθρο αυτό, βέβαια, αφορά το σύνολο της εκπαίδευσης, ας μην το ξεχνάμε).

Ανήκω σ’ αυτούς που σέβονται, ή τουλάχιστον προσπαθούν, τις γνώμες των άλλων. Όσο κι αν μου φαίνονται παράλογες, ακόμη κι εξοργιστικές. Ειδικά όταν οι γνώμες αυτές ανάγονται σε θέματα «υψηλής έντασης», συνδεδεμένα με την ιδεολογία του καθενός μας, με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την επιθυμητή πορεία των πραγμάτων και επιθυμούμε να συμβάλουμε σ’ αυτήν .

Υπάρχουν όμως δύο δοκιμασίες, στις οποίες υποβάλλω κάθε γνώμη. Και που, αν δεν τις ξεπεράσουν με επιτυχία, τις απορρίπτω.

Δοκιμασία πρώτη: Η αρμονία ή η σύγκρουση με την πραγματικότητα. Γιατί, σε περίπτωση σύγκρουσης, και μιας που δεν πιστεύω πως ο γιαλός είναι στραβός, βεβαιώνομαι πως στραβά αρμενίζουμε. Και πως αυτό πρέπει ν’ αλλάξει. Όσο είναι καιρός.

Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά γύρω μας κι ας δούμε πόσοι μαθητές και σπουδαστές φοιτούν σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, από νηπιαγωγεία μέχρι μεταπτυχιακά ΑΕΙ. Είτε νόμιμα, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία, είτε στη γκρίζα περιοχή των κέντρων ελεύθερων σπουδών που είναι συνδεδεμένα με ξένα ανώτατα ιδρύματα, είτε απευθείας στο εξωτερικό. Ας δούμε τι πίεση υπάρχει από γονείς να εγγράψουν τα παιδιά τους στα εκπαιδευτήρια αυτά. Κι ας φανταστούμε, ως υπόθεση εργασίας, ότι, προς στιγμήν, δεν τίθεται θέμα χρημάτων. Πόσοι θα προτιμούσαν τότε τα δημόσια εκπαιδευτήρια; Ξέρετε κανέναν;

Και, ειδικά για τους μαθητές, υπάρχουν πολλοί που δεν τρέχουν από ιδιαίτερο σε ιδιαίτερο, για να αποκτήσουν, πληρώνοντας αδρά, τις γνώσεις που, σύμφωνα με το άρθρο 16, υποτίθεται πως αποκομίζουν, δωρεάν, στα δημόσια εκπαιδευτήρια;

Αν όμως είναι έτσι, τι είδους δωρεάν παιδεία έχουμε; Αν οι λέξεις πρέπει ακόμη να έχουν κάποιο νόημα; Ή έχουμε ήδη περάσει στη newspeak του Όργουελ και δεν το καταλάβαμε;

Τι άλλο, λοιπόν, αποδεικνύει η κατάσταση αυτή, εκτός από το ότι η δημόσια παιδεία (όπως και η δημόσια υγεία, άλλη φορά όμως θα μιλήσουμε γι αυτήν) στον τόπο μας νοσεί; Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που να την προτιμούν μόνον όσοι δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά; Κι αυτό μετά από τριάντα ένα χρόνια ανεμπόδιστης εφαρμογής του άρθρου 16. Με την παρούσα του μορφή.

Δοκιμασία δεύτερη: Η προσωπική συμπεριφορά των υποστηρικτών μιας άποψης. Κι η συνέπεια που οι ίδιοι δείχνουν προς την άποψη αυτή (η δοκιμασία του Ταρτούφου).

Πού άραγε να έχει σπουδάσει ένα μεγάλο μέρος όσων – και δεν εννοώ τους μαθητές / φοιτητές, αλλά, ιδίως, τους opinion makers της κοινωνίας μας - κόπτονται για τη μη αναθεώρηση του άρθρου 16; Και, ιδίως, πού σπουδάζουν τα παιδιά τους; Ή πού θα σπουδάσουν; Στα δημόσια ελληνικά εκπαιδευτήρια; Και στα ελληνικά ΑΕΙ; Ή σε κάποιον ιδιωτικό φορέα; Κατά προτίμηση της αλλοδαπής (όταν έρθει η ώρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης);

Επίσης: Πόσοι απ’ αυτούς ανήκουν στο ΔΕΠ των διαφόρων ιδρυμάτων; Και τι συμφέρον έχουν να μην γίνει τίποτε που να μπορεί να τους θίξει;

Για να το δυσκολέψουμε: Από τους τακτικούς καθηγητές των Ανωτάτων Σχολών (μερικοί από τους οποίους ανήκουν στους πλέον επιφανείς εκπροσώπους των κομμάτων στα ζητήματα αναθεώρησης), πόσοι εξακολουθούν να παρέχουν πραγματικές υπηρεσίες στις σχολές τους (δεν εννοώ όσους τελούν σε αναστολή λόγω βουλευτικής ιδιότητας);

Και πόσοι, αντίθετα, χρησιμοποιούν τον τίτλο τους και ό,τι αυτός συνεπάγεται για να εργάζονται αλλού; Θέλετε να μάθετε πόσες ώρες τον χρόνο διδάσκουν οι τακτικοί καθηγητές; Πχ των Νομικών Σχολών; Ή πρέπει μάλλον να μιλήσουμε για λεπτά της ώρας; Ετήσιας, πάντα, απασχόλησης. Στη συνέχεια, ας διαιρέσουμε τις ώρες αυτές με τον μισθό τους. Για να δούμε πόσο κοστίζει κάθε ώρα διδασκαλίας. Αλλά, ας το αφήσουμε αυτό, θα στενοχωρηθούν πολλοί, και μάλιστα φίλοι.

Τι συμφέρον λοιπόν έχουν όλοι αυτοί να αλλάξει κάτι; Αντίθετα, θα έλεγα, κι επειδή είναι μια χαρά άνθρωποι, γιατί ξαφνικά να τρελαθούν; Και να ροκανίσουν τα θεμέλια της επιτυχίας τους; Γιατί να κάνουν χώρο σε ανταγωνιστικά μαγαζιά; Μια χαρά δεν είμαστε έτσι; Αν είναι δυνατόν, τόσα άρθρα έχει το Σύνταγμα, μανία πια με το 16 ...

Πρόταση: Το άρθρο 16 να μείνει όπως έχει. Στο νέο Σύνταγμα μάλιστα να γραφεί με bold γραμματοσειρά, δυο μεγέθη μεγαλύτερη από τα άλλα άρθρα. Με κόκκινα γράμματα, και την προειδοποίηση «Προσοχή, κι η απλή σκέψη για αναθεώρηση μπορεί να βλάψει σοβαρά την υγεία». Για σιγουριά, να θεσπιστεί διάταξη, που να απαγορεύσει την αναθεώρησή του για τα επόμενα εκατό χρόνια.

Κι αν τυχόν οι μέλλουσες γενιές, μέσα σε κρίση παραφροσύνης, το καταργήσουν (άπαγε της βλασφημίας), ο αριθμός 16 να μείνει κενός. Κανένα άλλο άρθρο στη θέση αυτή, από το 15 να πηγαίνουμε στο 17. Τιμής ένεκεν, του αξίζει.

Γιατί, τέτοιο άρθρο δεν το ακουμπάμε, αλλά το προσκυνάμε. Μακαρίζοντας την τύχη μας, που το ‘στειλε στον δρόμο μας. Κι αυτό κι όσους έχουν χτίσει την καριέρα τους πάνω του.

Από σήμερα λοιπόν, ας ενώσουμε τη φωνή μας, όσοι πειράξετε το άρθρο 16, 16 να 'ναι οι ώρες σας ...